Η ΑΓΑΘΗ ΔΗΜΗΤΡΟΥΚΑ ΣΤΟ ONLYTHEATER

Η ΑΓΑΘΗ ΔΗΜΗΤΡΟΥΚΑ ΣΤΟ ONLYTHEATER


5.0/5 κατάταξη (4 ψήφοι)

Η σπουδαία στιχουργός, εξομολογείται όσα την εμπνέουν και την καθορίζουν και δηλώνει πως χρειαζόμαστε μια θρησκεία ...Εσπεράντο!


- Μιλήστε μας για το έργο «Πέρα από τα σύνορα» που θα παρουσιστεί στις 22 Ιουνίου στο Ηρώδειο. Ποιες είναι οι επιρροές του; Πώς συναντιούνται διαφορετικοί δρόμοι και πολιτισμοί σε αυτή την σύνθεση;
Πρόκειται για ένα έργο ενθουσιώδες και βαθύτατα ουμανιστικό, όπως και ο τίτλος του. Οι μουσικές του επιρροές, αν και είμαι η λιγότερο αρμόδια για να μιλήσω, είναι τόσο από την ανατολική μουσική όσο και από τη δυτική, τόσο από την παραδοσιακή όσο και από την πιο λόγια, με ανάγλυφα τα μουσικά ηχοχρώματα της ανατολικής Μεσογείου, της περιοχής μας.
Αυτό εξάλλου τονίζεται και αναδεικνύεται με τη σύμπραξη σολίστ διεθνούς φήμης αλλά και με τα τόσο διαφορετικά όργανα.
Προσωπικά, το έργο αυτό μου αποκάλυψε τον Τζιχάν Τούρκογλου ως συνθέτη με συνολικό όραμα πάνω στη μουσική. Αισθάνομαι τυχερή για τη συνεργασία μας και μακάρι ν’ ακολουθήσουν κι άλλες.
Κι αν ισχύει αυτό που μας έλεγε Μάνος Χατζιδάκις, ότι ένας συνθέτης, αυτόματα, ακόμα κι αν δεν έχει κείμενο μπροστά του, συνθέτει με βάση τη μητρική του γλώσσα, χαλάλι του το λίγο παραπάνω παίδεμα να συνταιριάξω στίχους σε μελωδίες που δεν ακολουθούν απόλυτα την προσωδία της ελληνικής.

- Τι δηλώνει ο τίτλος του και πόσο σχέση έχει με το μεγάλο ζήτημα του προσφυγικού σήμερα;
«Πέρα από τα σύνορα». Πέρα από σύνορα μουσικά, πολιτισμικά, κοινωνικά, φυλετικά, πολιτικά, θρησκευτικά και βεβαίως, γεωγραφικά. Αυτό δηλώνει. Πέρα από σύνορα που διαιρούν και χωρίζουν. Όλοι οι τόποι να μας ενώνουν και να πολλαπλασιάζουν τους φίλους, αναπνέοντας την ελπίδα κι αυτή «τη λαχτάρα για ζωή».
Τόσος ξεριζωμός, τόσος θάνατος, τόση απόγνωση είναι ασύμβατα με τα ανθρωπιστικά ιδεώδη.
Το δυστύχημα είναι ότι, καθώς επανέρχεται η φεουδαρχία «παγκοσμιοποιημένη» με ελάχιστους δεσπότες και με δουλοπάροικους ολόκληρους λαούς, ξεχνάμε πως όλοι οι άνθρωποι μετανάστες είμαστε, με πρώτη μετανάστευση τη γέννησή μας. Αισθανόμαστε όλο και περισσότερο πρόσφυγες στον τόπο μας, στην ίδια μας τη ζωή, αισθανόμαστε ξεριζωμένοι και κυνηγημένοι χωρίς μέλλον, με τα όνειρά μας ισοπεδωμένα. Και φοβόμαστε, χάνουμε το κουράγιο να εκτιμήσουμε τον άπελπι αγώνα του άλλου, του πρόσφυγα, του μετανάστη, του διαμετανάστη να «κρατήσει τη ζωή του», για να θυμηθούμε και τον Σεφέρη που επίσης είχε βιώσει την προσφυγιά.
Με όλα αυτά που λέω, θα νομίσετε ότι έχω γράψει κάποιο έμμετρο μανιφέστο. Κάθε άλλο. «Σύνορα περάσματα / κι όνειρα χαλάσματα» ξεκινάει ένα από τα τραγούδια και μετατρέπεται σε ύμνο για τον έρωτα.
Για ένα άλλο τραγούδι, με μινιμαλιστική ανάγκη στίχων, ανέτρεξα στον Ηράκλειτο. Μην ξεχνάτε ότι κάνουμε τέχνη κι η τέχνη από μόνη της καταργεί ή αγνοεί τα σύνορα.
Στιχουργικά, τα σύνορα που αγνόησα εντελώς είναι τα θρησκευτικά, αποφεύγοντας οικεία σύμβολα και αναφορές, όπως είχα κάνει και παλαιότερα γράφοντας πάνω σε μελωδίες του Ζυλφί Λιβανελί.
Αυτό μ’ έκανε να σκεφτώ ότι χρειαζόμαστε κάτι σαν κοινή θρησκεία, μια θρησκεία Εσπεράντο, όπως η ομώνυμη γλώσσα. Να βασίζεται στα κοινά σημεία όλων των δογμάτων, να τη διδάσκονται οι μαθητές ανεξάρτητα από το θρήσκευμά τους –ή και παράλληλα- και να την ακολουθούμε δημόσια όλοι, σαν κώδικα συμπεριφοράς.

- Τι σας κινητοποίησε να γράψετε στίχους για τα τραγούδια που θα ακούσουμε στο Ηρώδειο;
Πρακτικά, η ίδια η Μαρία Φαραντούρη. Εκείνη με κάλεσε όταν άκουσε τις μελωδίες. Δημιουργικά, η φωνή της Μαρίας και η μουσική του Τζιχάν: η φωνή μιας οικουμενικής θεότητας και η μουσική ενός παντοδύναμου ξωτικού.

- Τι σας εμπνέει να γράψετε ένα τραγούδι;
Η ίδια η μελωδία, αν έχει προηγηθεί. Διαφορετικά, πολλά πράγματα, όχι απαραίτητα σημαντικά, αρκεί να είμαι μόνη με τον εαυτό μου, δηλαδή, με τη φαντασία και την ευαισθησία ν’ ακούσω τη φωνή τους.

- Γράφετε μέσα από τη μουσική ή το αντίστροφο;
Εξαρτάται. Αν ο συνθέτης προτιμάει να έχει τους στίχους πριν, συμφωνούμε μια κοινή γραμμή και προσπαθώ να την ακολουθήσω. Αν ο συνθέτης έχει γράψει ήδη τις μελωδίες, προσπαθώ να ερμηνεύσω το αίσθημα της καθεμιάς και να το εκφράσω μέσα από τις λέξεις μου όσο πιο ποιητικά μπορώ.

- Τι σημαίνει «γράφω στίχους για ένα τραγούδι» για εσάς; Αφηγείστε μέσα από αυτό μια ιστορία ή επικεντρώνεστε περισσότερο στην αποτύπωση μιας αίσθησης;
«Γράφω στίχους για ένα τραγούδι» σημαίνει -για μένα, εννοώ- ανιχνεύω ένα συναίσθημα σε όλους τους τόνους του, ακόμα και σε σύγκρουση με το αντίθετό του. Χρησιμοποιώ εικόνες και σύμβολα που με συγκινούν, ή κρίνω ότι ταιριάζουν αισθητικά, κι ανάλογα με το θέμα οργανώνω μια ιστορία –δυστυχώς σπάνια, παρόλο που μ’ αρέσουν τα αφηγηματικά τραγούδια. Συνήθως περιγράφω ψυχικές καταστάσεις, διλήμματα και προβλήματα που βιώνει ο άνθρωπος, που βιώνουμε όλοι μας, προβάλλοντας, ακόμα κι όταν το θέμα μου είναι ερωτικό, τη γενναία στάση, την υπέρβαση και την αισιοδοξία.

- Πώς προέκυψε η συνεργασία σας αλλά και η γνωριμία σας με τη Μαρία Φαραντούρη; Γράψατε ειδικά για τη δική της φωνή;
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από τη γνωριμία. Τη Φαραντούρη τη «γνώριζα» από τραγούδια του Θεοδωράκη κι εκεί που τη θαύμαζα πιο πολύ ήταν στο «Μαουτχάουζεν». Από κοντά και συγχρόνως απόμακρα τη θαύμασα στα «Παράλογα» των Χατζιδάκι-Γκάτσου, όπου παρακολουθούσα μαγεμένη τις ηχογραφήσεις. Έπειτα, στην «Εποχή της Μελισσάνθης» του Χατζιδάκι και λίγο αργότερα στη «Σκοτεινή μητέρα» πάλι των Χατζιδάκι-Γκάτσου. Μην ξεχνάτε ότι ζούσα με τον Νίκο Γκάτσο, τον ακολουθούσα παντού και όποιον γνώριζα, με έβλεπε μέσα από εκείνον.
Η ουσιαστική γνωριμία μας με τη Μαρία έγινε λίγο μετά το 2000, όταν ένας νέος συνθέτης της πήγε τραγούδια μας κι εκείνη, στη συνάντηση που ακολούθησε, μου είπε: «Δεν ήξερα ότι γράφεις στίχους μόνη σου. Νόμιζα ότι σου τους έγραφε ο Γκάτσος ή ότι σε βοηθούσε!» Αυτό ήταν. Η ντομπροσύνη της με σκλάβωσε.
Έπειτα ήρθε η ερμηνεία της στην «Αμοργό» του Γκάτσου στην ανολοκλήρωτη μελοποίηση του Χατζιδάκι.
Την ίδια χρονιά με κάλεσε να γράψω στίχους σε μελωδίες του Λιβανελί. Μου τηλεφώνησε στο Μεσολόγγι. «Τι κάνεις εκεί;» η πρώτη της ερώτηση. «Μόλις έφερα τη μάνα μου από το νοσοκομείο…». «Κατάλαβα» με διέκοψε, «δεν είναι κατάλληλη στιγμή να μιλήσουμε για δουλειά». «Ίσα-ίσα!» αναφώνησα. «Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή!» επέμεινα με αναπτερωμένο το ηθικό κι ανεβάζοντας και το άλλο πόδι της μάνας μου στο κρεβάτι.
Κατά τη συνεργασία αυτή με «σκλάβωσε» η απαίτησή της για όλο και πιο ποιητικούς στίχους. Άλλο που δεν ήθελα. Στο στοιχείο μου. Έτσι μπήκα στο παιχνίδι να της προτείνω ιδέες με θεματική ενότητα όπως το έργο «Ο έρωτας τελειώνει τραγικά» που μελοποίησε αριστουργηματικά ο Γιώργος-Εμμανουήλ Λαζαρίδης και παρουσιάστηκε το 2008 στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου και τον περασμένο Απρίλη στην Εναλλακτική Λυρική Σκηνή.
Έπειτα ήρθε το «Ρέκβιεμ» του Τσαρλς Λόυντ και η συγκίνηση που νιώθουμε όσοι γράφουμε όταν ακούγεται η γλώσσα μας στο εξωτερικό.
Με ρωτήσατε αν έγραψα ειδικά για τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη.
Ξέρετε, στη φωνή αυτή καθαυτή επικεντρώνεται ο συνθέτης. Ως στιχουργός, νοιάζομαι περισσότερο για τον ψυχισμό, την πείρα και τον μύθο που φορτίζουν τη φωνή. Μ’ αυτή την έννοια γράφω, ή καλύτερα, έχω την τιμή να γράφω για τη Μαρία Φαραντούρη, πράγμα που θα φανεί και στον επόμενο κύκλο τον οποίο μελοποιεί ο σημαντικότερος –κατά τη γνώμη μου- σύγχρονος Έλληνας συνθέτης.

- Πότε καταλαβαίνετε ότι ένα τραγούδι είναι έτοιμο και μπορεί να «βγει στον αέρα»;
Αυτό το καταλαβαίνουν οι άλλοι συντελεστές. Οι στίχοι διορθώνονται μέχρι και στην ηχογράφηση πολλές φορές.

- Τι άλλο ετοιμάζετε για τη συνέχεια;
Στιχουργικά; Δουλεύω ένα άλλο θέμα –λίγο καινούριο λίγο παλιό- για τη Μαρία Φαραντούρη.
Εκδοτικά, ετοιμάζω την αναθεωρημένη έκδοση των τραγουδιών του Γκάτσου και συναυλίες με το έργο του.
Επίσης, ένα βιβλιαράκι με δικά μου ποιήματα και επιλεγμένους στίχους και άλλα δύο για μικρά και μεγάλα παιδιά.
Θεατρικά, υπογράφω τη διασκευή και τους στίχους της «Ωραίας κοιμωμένης», μιας παράστασης για παιδιά και γονείς, που ξεκινάει αρχές Ιουλίου και θα περιοδεύσει σε όλη την Ελλάδα.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.