AT HOME AT THE ZOO - ΚΡΙΤΙΚΗ

AT HOME AT THE ZOO - ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 rating 1 vote

Το έργο του Έντουαρντ Άλμπι "At Home at the Zoo" σκηνοθετεί η Κωνσταντίνα Νικολαΐδη στη μικρή σκηνή του Θεάτρου Αλκμήνη.
Το 1959 ο Αμερικανός συγγραφέας συνέγραψε το "The Zoo Story", ενώ το 2004 γράφει άλλο ένα μονόπρακτο, το "Homelife" και τα ενοποιεί σε ένα ενιαίο έργο με τίτλο "At Home at the Zoo", που καταπιάνεται με τα προβλήματα επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, την απομόνωση μέσα από τη μοναξιά τους, την κοινωνική ανισότητα και την απαξίωσή τους από τον ανθρώπινο περίγυρό τους. Αυτή η ασυμμετρία και η έλλειψη συμβατότητας ενός ζευγαριού με τα οικογενειακά θέσφατα, προσεγγίζεται με μία πιο σύγχρονη και δυναμική θεώρηση. Ο Πίτερ και η Ανν προσπαθούν να διεισδύσουν ο ένας στην ψυχοσύνθεση του άλλου και να επαναπροσδιορίσουν τα δεσμά που τους ένωσαν. Ο Τζέρι από την άλλη, προσπαθεί να δώσει νόημα στη μονοσήμαντη ασημαντότητά του και η ζωή του να αποκτήσει ένα προσανατολισμό. Και οι τρεις δημιουργούν ένα τρίγωνο, όπου οι σχέσεις δοκιμάζουν τις αντοχές τους και επιχειρούν να αποκτήσουν συνείδηση, αποφεύγοντας την πλήξη, την καθήλωση και τον εσωτερικό θάνατο.

Η Κωνσταντίνα Νικολαΐδη σκηνοθετεί το έργο με την οπτική της να κρατάει αποστάσεις από το δράμα αυτό καθεαυτό και να προσεγγίζει τις προεκτάσεις και τις επιπτώσεις του στην ανθρώπινη ψυχολογία. Οι ανισότητες και οι ψυχοσωματικές ανισορροπίες μπαίνουν στο μικροσκόπιο, με το δράμα να εμπλουτίζεται με μικρές κωμικές στιγμές, όπου το χιούμορ είναι μεν πηγαίο, αλλά κρύβει και μια πικρή ειρωνεία. Ο εσωτερικός κόσμος των ηρώων καθρεφτίζεται στα πάθη τους και τις δυσκολίες προσαρμογής στην πραγματικότητα. Το κανονικό και το τακτοποιημένο γίνεται η άλλη άκρη ενός διπόλου με την επιθυμία για εσωτερική επανάσταση και ανατροπή. Η σκηνοθέτις ακολουθεί από κοντά τους ηθοποιούς της και τους καθοδηγεί σε μια ρήξη, αλλά και σε ένα συμβιβασμό. Ένα σωματικό και ψυχικό πλησίασμα και γεφύρωμα των ειδοποιών διαφορών. Και όλα αυτά παρουσιάζονται με ένα γοργό ρυθμό, μια καθημερινή φορτισμένη ατμόσφαιρα και δύο εκφραστικούς ηθοποιούς επί σκηνής να χρησιμοποιούν, λόγο και κίνηση για να επικοινωνήσουν με το θεατή. Η ισορροπία παραμένει πάντα εύθραυστη και συχνά φλερτάρει με το παράλογο. Οι δύο εικόνες-πράξεις συνδέονται πολύ έξυπνα με μια αλλαγή θέσης των σκηνικών και η μία έρχεται ως φυσική συνέχεια της άλλης σε απόλυτη αρμονία με τις ιδέες και το λόγο του Άλμπι.

Ο Θανάσης Κουρλαμπάς είναι ο Πίτερ, παρών και στις δύο πράξεις, στην πρώτη με πολύ ενεργό και συμμετοχικό ρόλο και στη δεύτερη με ρόλο ακροατή μέχρι την τελευταία σεκάνς. Βγάζει μια γνήσια ηρεμία και την αυθεντική αίσθηση ότι είναι ένας άντρας τακτοποιημένος με τη ζωούλα του, όπου οι αλλαγές, έστω και μικρές, αποτελούν μια μικρή επανάσταση. Χωρίς φωνητικές εντάσεις, χωρίς έντονες διακυμάνσεις στην ψυχολογία του, φαίνεται να δοκιμάζονται οι αντοχές του από τη γυναίκα του και έναν άγνωστο στο πάρκο. Η αφέλεια του λόγου του στο πρώτο μέρος και η κίνηση του σώματός του στο δεύτερο είναι για σεμινάριο. Σοβαρός, μεστός, μετρημένος και απορροφημένος στις απαιτήσεις του σύνθετου χαρακτήρα που υποδύεται.

Η Θεοδώρα Σιάρκου στο ρόλο της Ανν είναι η επιτομή της καταπιεσμένης γυναίκας, που προσπαθεί να αυτοπροσδιοριστεί και να βγει από τα προσωπικά της αδιέξοδα. Δυναμική, διεκδικητική στα όρια της τολμηρότητας και της επιθετικότητας χρησιμοποιεί όλα της τα εκφραστικά μέσα σε πλήρη συντονισμό. Υπογραμμίζει την αντίθεση με τον Πίτερ, αντιπαραθέτει τη θηλυκότητα στον καταπιεσμένο αντρισμό και αναζητεί έναν αμοιβαία αποδεκτό συμβιβασμό. Ερμηνεύει μια γυναίκα με πάθος και πολυσύνθετη προσωπικότητα, χωρίς να χάσει ούτε στιγμή την αυτοσυγκέντρωση και τον ειρμό της.

Ο Αλέξανδρος Πέρρος παίζει τον Τζέρι, ένα παράξενο νέο, που έχει έντονη ανάγκη να επικοινωνήσει με κάποιον και να εξωτερικεύσει όλο του το είναι. Ορμητικός, έντονος, παθιασμένος, με καταιγιστικό λόγο, αλλά και με την απογοήτευση να του σκαλίζει ανάγλυφα το πρόσωπο, δείχνει ότι κατανόησε τις εγγενείς δυσκολίες του ήρωα που ερμηνεύει και εντρύφησε σε αυτές. Κάποια μικρά εκφραστικά λαθάκια και μια μικρή υπερβάλλουσα ορμή αποτελούν ελάχιστα ερμηνευτικά ολισθήματα για ένα παιδί που δείχνει να έχει μέλλον και διάθεση για σοβαρή δουλειά. Το υπόβαθρο σίγουρα υπάρχει.

Το σκηνικό της παράστασης επιμελήθηκε ο Νίκος Κασσαπάκης και αποδείχτηκε εξαιρετικά λειτουργικό και απόλυτα ταιριαστό με τη σκηνοθετική οπτική.
Τα κοστούμια του ίδιου σε κομψή γραμμή και με σημασία στη λεπτομέρεια.
Η πρωτότυπη μουσική του Νίκου Τσέκου, μπορεί να μην άφησε έντονα το αποτύπωμά της, αλλά συνόδεψε ικανοποιητικά το λόγο.
Οι φωτισμοί του Μανώλη Μπράτση συνόδεψαν τα πρόσωπα και τις εκφράσεις τους από μια κοντινή εστίαση.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Θεάτρου Αλκμήνη, είδα μια παράσταση που σεβάστηκε απόλυτα τον πολυσήμαντο και ανθρώπινο λόγο του Άλμπι και τον ανέδειξε μέσα από μια στιβαρή και έξυπνη οπτική και μια σωστή καθοδήγηση των ηθοποιών, που ο καθένας στο ρόλο του, απέδωσαν σε πολύ ικανοποιητικό βαθμό το πολυεπίπεδο νόημα του έργου.
Έργο-έμπνευση για δημιουργικό προβληματισμό.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.