DELETE - ΔΙΑΓΡΑΦΗ - ΚΡΙΤΙΚΗ

DELETE - ΔΙΑΓΡΑΦΗ - ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 κατάταξη (2 ψήφοι)

Τα δύο μονόπρακτα "Σοβαρό Ατύχημα Επιβάτη" της Βάνας Πεφάνη και τα "Θεριά" του Παναγιώτη Μπαρμπαγιάννη, αποτελούν το υλικό της παράστασης "Delete - Διαγραφή" που σκηνοθετεί ο Κοραής Δαμάτης στο Underground της οδού Κοραή.

Δύο διαφορετικά κείμενα με κοινό θέμα το bullying και τις συνέπειές του στην ιδιαίτερη ψυχολογία δύο νέων ανθρώπων. Στο πρώτο κείμενο μία κοπέλα με όχι ιδανική σωματοδομή, αποτελεί το στόχο και η πληγή που της δημιουργείται είναι τόσο βαθιά που παύει να μιλά και να επικοινωνεί λεκτικά με τον έξω κόσμο. Ο ένας από τους δράστες είναι ξάδερφός της και περιμένει από αυτόν μια ειλικρινή συγγνώμη για να αρχίσει να ξεπερνά το σοκ. Μια οικογενειακή συγκέντρωση θα δώσει το έναυσμα για να πέσουν οι μάσκες και να δοθούν εξηγήσεις, αλλά η λύση του προβλήματος δεν είναι απλή και θα συνοδευτεί από ρήξεις και καυγάδες.

Στο δεύτερο τα παιδικά τραύματα ενός αγοριού παραμένουν στη ζωή του, σα στίγμα ανεξίτηλο και το κάνουν να ψάχνει ψυχολογικά στηρίγματα στον ευρύτερο κοινωνικό του περίγυρο, εφόσον δεν μπορούν αυτό το ρόλο να τον παίξουν οι γονείς του. Το ντύσιμό του με γυναικεία ρούχα και η queer συμπεριφορά του είναι ανοικτή πληγή για τις άμυνες των γονιών του.

Ο δάσκαλος, ο οποίος γίνεται το προσωρινό του καταφύγιο, λόγω της αμφιλεγόμενης σχέσης με τον έφηβο έρχεται σε ρήξη με το οικογενειακό του περιβάλλον και κατηγορείται για ανάρμοστη συμπεριφορά, εντείνοντας το αδιέξοδο και περιορίζοντας τς λύσεις. Οι τραυματικές παιδικές μνήμες και θύμησες είναι συντριπτικά κυρίαρχες στην παιδική ψυχή, η οποία εκφράζει όλο τον πόνο που βίωσε και βιώνει.

Ο Κοραής Δαμάτης σκηνοθετεί με άξονά του το bullying σαν κοινωνικό φαινόμενο-μάστιγα, αλλά δε μένει σε γενικολογίες, ειδικεύοντάς το σε δύο οικογένειες και στο εσωτερικό δράμα που βιώνουν οι νέοι που το υπέστησαν. Δεν ωραιοποιεί καταστάσεις, αντίθετα τις παρουσιάζει αυτούσιες, ωμές και με την ένταση που τους αρμόζει.

Στο πρώτο κείμενο η ένταση κορυφώνεται σταδιακά και ανάλογα με τις αποκαλύψεις που λαμβάνουν χώρα μεταξύ των ηρώων. Ο ρυθμός του έργου παρουσιάζει αυξομειώσεις και κάποιες σκηνές ήθελαν ένα γρηγορότερο πέρασμα και μεγαλύτερη ταχύτητα στους διαλόγους, καθώς πλατιάζουν χωρίς λόγο.

Η συνεργασία των ηθοποιών παρουσίασε και αυτή κάποιες αρρυθμίες, με αποτέλεσμα τα διαμορφούμενα ψυχολογικά πορτραίτα των ηρώων δεν ήταν πάντοτε ολοκληρωμένα και πλήρη. Στο δεύτερο κείμενο, η πλοκή είναι πιο σφιχτή, ο ρυθμός καταιγιστικός και η ατμόσφαιρα που δημιουργεί ο λόγος σχεδόν αποπνικτική. Αλλά η ιστορία που ξεδιπλώνεται μπροστά στο κοινό, κόβει στιγμές, στιγμές την ανάσα. Οι ενήλικες περνούν ανώμαλα στο στάδιο της συνειδητοποίησης της ανεπάρκειάς τους είτε πρόκειται για τους γονείς, είτε για έναν παιδαγωγό. Ο λόγος του νεαρού ήρωα έχει έναν καταγγελτικό τόνο, αλλά κυρίαρχο είναι το συναίσθημα του πόνου και μιας διάχυτης μελαγχολίας που προβάλλει ανάγλυφα στην ψυχή του θεατή ένα μεγάλο γιατί. Και πάνω σε αυτό το ερώτημα εξυφαίνεται ο ιστός της όλης ιστορίας. Χωρίς φλυαρία και αχρείαστους μελοδραματισμούς, αλλά με μέτρο και συνέπεια. Το τέλος κρύβει μια λύτρωση, όχι τόσο λόγω της επούλωσης των τραυμάτων, αλλά κυρίως λόγω του γεγονότος ότι υπάρχουν πλέον συμμέτοχοι στο δράμα και τις κρυφές πτυχές του που είδαν το φως.

Η Βάνα Πεφάνη ερμηνεύει και στα δύο μονόπρακτα τη μητέρα θύματος bullying, αλλά με διαφορετικό ύφος την κάθε φορά. Στο πρώτο δυναμική, με διάθεση να έχει τον απόλυτο έλεγχο προσώπων και καταστάσεων, σχεδόν δεσποτική και συχνά ψυχρή με τους υπόλοιπους, ακόμα και με την κόρη της. Στο δεύτερο, μετανιωμένη, συντετριμμένη και ταπεινή, προσπαθεί να συνειδητοποιήσει το μέγεθος της ζημιάς που έχει γίνει στο παιδί της και να αναλάβει το μερίδιο ευθύνης που της αναλογεί.

Ο Γιάννης Στεφόπουλος αναλαμβάνει το ρόλο του πατέρα και τον υποδύεται στην πρώτη περίπτωση σαν πατέρας-σύμβουλος με συμβιβαστικές και διαλογικές διαθέσεις, ενώ στη δεύτερη σαν πατέρας-φόβητρο, ο οποίος με τον τρόπο του υπήρξε μέρος του προβλήματος και έπαιξε το ρόλο του στη διόγκωσή του. Και στις δύο περιπτώσεις φτάνει οριακά στην υπερβολή, αλλά παραμένει σε επίπεδα ελεγχόμενα που τελικά υπηρετούν την οικονομία των ρόλων.

Ο Γιώργος Τσιάλος στο πρώτο μονόπρακτο παίζει έναν από τους θύτες του bullying, ένα νεαρό που προσπαθεί να βρει την εσωτερική του ισορροπία και να καθορίσει το αξιακό του σύστημα. Έχει μια ορμή και μια αποφασιστικότητα όσον αφορά τους γονείς του, ενώ βγάζει μια συστολή μετάνοιας στην ξαδέρφη του, δείχνοντας ανάγλυφα την πάλη που γίνεται στο συναισθηματικό του κόσμο. Ο Αντώνης Καραθανασόπουλος στο δεύτερο μισό έχει μια αφοπλιστική απλότητα στην ερμηνεία του ήρωά του και μια γοητευτική δυστυχία απλώνεται στο πρόσωπό του συνεπικουρούμενη από την κίνησή του. Η εύθραυστη ισορροπία του παρουσιάζει πολλές ρωγμές που γίνονται εστίες σύγκρουσης με τους οικείους του. Πολύ καλές και ώριμες ερμηνείες από δύο νεαρά παιδιά που υποδύονται αντίστοιχα θύτη και θύμα bullying.

O Βασίλης Αφεντούλης είναι ένας συντηρητικός και χαμένος στη μετάφραση γονέας στο πρώτο μέρος, που ψάχνει λύσεις και στηρίγματα για τον ίδιο και την οικογένειά του και μοιάζει ευνουχισμένος από τη δεσποτική φιγούρα της γυναίκας του. Στο δεύτερο σαν καθηγητής του παιδιού προσπαθεί να υπερασπιστεί τα πιστεύω και τις προσπάθειές του και να αποενοχοποιήσει την κρυφή γοητεία που του ασκεί ο νεαρός.

Η Τζίνα Μιάρη στο ρόλο της κοπέλας θύμα της παρενόχλησης δείχνει να έχει μια ήρεμη και δυναμική αποφασιστικότητα να αντιστρέψει την κατάσταση γι'αυτή και να συμβιβάσει τα πράγματα χωρίς να καταφεύγει σε υπερβολές.

Η Νικολίνα Μουαίμη και η Ντέπυ Πάγκα σε μικρότερους ρόλους συμπληρώνουν επιτυχημένα το καστ των δύο μονόπρακτων.

Τα σκηνικά του Γιώργου Λυντζέρη αντίστοιχα του περιβάλλοντος του κάθε μονόπρακτου, ένα σύγχρονο αστικό (ίσως και λίγο συντηρητικό) περιβάλλον σπιτιού στην πρώτη περίπτωση, ένα αγχωτικό και γεμάτο παιδικές ζωγραφιές δωμάτιο το δεύτερο λειτουργούν επικουρικά της πλοκής. Τα κοστούμια του ίδιου είναι αντιπροσωπευτικά της ηλικίας και της προσωπικότητας κάθε ήρωα, ενώ οι φωτισμοί που επιμελήθηκε ο Κοραής Δαμάτης λίγο πιο έντονοι από όσο έπρεπε, δημιούργησαν γενικά πλάνα, ενώ ήθελαν λίγο πιο συγκεντρωτική εστίαση.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Underground, δέθηκαν σε μία παράσταση, δύο μονόπρακτα με κοινό θέμα, αλλά με ήρωες με διαφορετικό background. Το καθένα διατηρεί την αυτονομία του, συμβάλλοντας όμως, και τα δύο τελικά στην προβολή της ψυχολογικής ζημιάς που γίνεται στους νέους-θύματα bullying και στις οικογένειές τους. Με σφικτή σκηνοθεσία (ιδίως στο δεύτερο μονόπρακτο, καθώς το πρώτο πλατιάζει λίγο) και καλές ερμηνείες γίνεται ένα θεατρικό σύμφυρμα που αξίζει να το παρακολουθήσει κάποιος, ειδικά αν είναι γονέας.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.