• BUZZ
  • Άρθρο
  • ΕΙΔΑ ΤΟΥΣ KENNETH BRANAGH, GRETA SCACCHI, GAWN GRAINGER, ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ
ΕΙΔΑ ΤΟΥΣ KENNETH BRANAGH, GRETA SCACCHI, GAWN GRAINGER, ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ

ΕΙΔΑ ΤΟΥΣ KENNETH BRANAGH, GRETA SCACCHI, GAWN GRAINGER, ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ


5.0/5 rating 1 vote

  • Ημερομηνία: Τετάρτη, 26/10/2016 14:26
  • Κατηγορία: Άρθρο

Ένα κείμενο γραμμένο το 1957, κατόπιν αιτήματος στο συγγραφέα από τον Lawrence Olivier, για έναν παρακμάζοντα καλλιτέχνη τον Archie Rice.

Την ηρεμία του Billy Rice ενός συνταξιούχου καλλιτέχνη διακόπτει η απρόσμενη άφιξη της εγγονής του Jean, με την οποία αρχίζουν να κουβεντιάζουν τα νέα τους, ενώ ο πατέρας της ο Archie είναι στο καμπαρέ και εκτελεί αντιπολεμικά χορευτικά και κωμικά νούμερα, προσπαθώντας να διασκεδάσει το λιγοστό κοινό του.

Στη συζήτηση μπαίνει και η Φοίβη, δεύτερη γυναίκα του Archie και μητριά της Jean και συνεχίζουν την κουβέντα πίνοντας και διαφωνώντας. Όταν ο Archie επιστρέφει σπίτι τους ανακοινώνει ότι ο γιος του ο Φρανκ που πολεμάει εκτός συνόρων πιάστηκε αιχμάλωτος. Όταν ανακοινώνεται ότι θα γυρίσει σώος πίσω η οικογένεια βρίσκει λόγο να χαρεί και ανάμεσα σε αυτές τις χαρμόσυνες εκδηλώσεις, η Φοίβη τους δείχνει μια επιστολή από φίλους στον Καναδά, που τους καλεί να πάνε να δουλέψουν εκεί και να βγουν από το οικονομικό τους αδιέξοδο. Τελικά ο Φρανκ δολοφονείται και δεν επιστρέφει ποτέ και η φαγωμάρα στην οικογένεια γίνεται όλο και εντονότερη, καθώς κανείς δε δείχνει να καταλαβαίνει τον άλλο.

Η προσπάθεια να επαναφέρουν το γερο-Billy Rice στη σκηνή αποτυγχάνει, η Jean διαλύει τον αρραβώνα της και μένει να συμπαρασταθεί στην οικογένεια και ο Archie αρνείται οριστικά τη μετακίνηση στον Καναδά προτιμώντας την πτώχευση και τη φυλακή. Ο κάθε ήρωας δείχνει να υποτάσσεται στη μοίρα του, ενώ τα δίπολα πάνω στα οποία στηρίζεται το έργο και περνάει μηνύματα, είναι πόλεμος και ειρήνη, οι έννοιες καθήκοντος και υποχρέωσης και η οικογένεια απέναντι σε μια προοπτική καλύτερης ζωής. Και όλα αυτά σε ένα παρακμάζον, φαινομενικά ευφρόσυνο κλίμα ενός καλλιτέχνη σε music hall.

Ο Rob Ashford σκηνοθετεί την προσπάθεια αυτή και υιοθετεί μια καθαρά ανθρωποκεντρική προσέγγιση των θεμάτων που θίγονται στο έργο, το οποίο είναι γεμάτο από διαλόγους αντιπαράθεσης μεταξύ των ηρώων, αλλά και μικρούς μονολόγους-λογύδρια, για το πως βλέπει ο καθένας τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντά του απέναντι στην πατρίδα και την οικογένεια. Ο πόλεμος κυριαρχεί στην κουβέντα λόγω του Frank, αλλά και θέματα οικογενειακών δομών θίγονται επίσης σε μεγάλη έκταση. Στο δράμα των αντιπαραθέσεων βρίσκουν θέση μουσικά και χορευτικά διαλείμματα από το πρόγραμμα του Archie με τραγούδια που προωθούν την πλοκή και σπάνε τη συνέχεια της αρνητικότητας των ηρώων. Η φωνή της λογικής και της συνέπειας αλλάζει συνεχώς κάτοχο (πολλές φορές με τη βοήθεια του αλκοόλ) και σε κάποιες σκηνές οι συγκρούσεις ξεφεύγουν του μέτρου και γίνονται πολύ ωμές. Η ηρεμία μπορεί να επανέρχεται, αλλά πάντα μένει η εντύπωση ότι το τελικό χτύπημα δεν έχει έρθει.

Όπως προείπα, ο πρωταρχικός στόχος του συγγραφέα ήταν να καταδείξει τη γενικότερη παρακμή της Βρετανικής αυτοκρατορίας μέσα από την οικογενειακή παρακμή, αλλά αυτός ο στόχος συχνά χάνεται μέσα στον κυκεώνα των εσωτερικών συγκρούσεων, ο οποίος ξεθωριάζει το αρχικό πλάνο και το οδηγεί σε άλλα μονοπάτια. Γρήγορα βέβαια επανέρχεται στον αρχικό σχεδιασμό, αλλά κάποιες σκηνές δείχνουν να ανήκουν σε ένα διαφορετικό οικογενειακό δράμα. Επίσης συχνά το υποβόσκον χιούμορ στους διαλόγους του Osborne δεν ολοκληρώνεται, με τα αστεία του Archie να μένουν χωρίς απάντηση.

Οι ερμηνείες είναι σε γενικά υψηλό επίπεδο με τους ηθοποιούς να καταφέρνουν να συντονίζονται μεταξύ τους, ακόμα και όταν οι τόνοι γίνονται ιδιαίτερα υψηλοί.

Ο Kenneth Branagh αναλαμβάνει το ρόλο του Archie Rice και αποδεικνύει πόσο καλός είναι, τόσο στην ερμηνεία του, όσο και στις χορευτικές του ρουτίνες, τις οποίες εκτελεί σαν επαγγελματίας χορευτής με τη βοήθεια τεσσάρων ντυμένων "νεγκλιζέ" χορευτριών, πείθοντας απόλυτα για την αυθεντικότητα του χαρακτήρα. Δεν αποφεύγει βέβαια κάποια αυτάρεσκα στιγμιότυπα με δόσεις ναρκισσισμού απευθυνόμενος στο κοινό, αλλά ευτυχώς αυτά περνάνε γρήγορα και επανέρχεται στην ομαδική προσπάθεια. Οι αλλαγές στη διάθεση και την έκφρασή του είναι άνετες και χωρίς υπερβολές, υπαγορευόμενες συνήθως από το θέμα συζήτησης και τα νέα που φτάνουν στην οικογένεια. Προτιμά μια ρεαλιστική ερμηνεία, χωρίς μελό και περιττούς συναισθηματισμούς, συμπληρώνοντας την ερμηνεία του με το χορό και το τραγούδι. Ολοκληρώνει έτσι ένα χαρακτήρα στα όρια της ψυχικής εξάντλησης, που προσπαθεί μάταια να αλλάξει το παρόν και δείχνει να μην ενδιαφέρεται για το μέλλον.

Η Gretta Scacchi υποδύεται τη Φοίβη, μια μπερδεμένη και ανασφαλή γυναίκα, της οποίας το πάθος, ο θυμός και η επιθυμία παλεύουν να βρουν διέξοδο και αδυνατεί να τα ισορροπήσει μέσα της. Διαφορετική από τον Archie, τον υποστηρίζει χωρίς να τον καταλαβαίνει απόλυτα, προσπαθεί να τον πείσει να αναβαθμίσουν το επίπεδο ζωής τους στον Καναδά και τελικά βυθίζεται σε μια βουβή απελπισία υποταγμένη σε μια μοίρα που δεν επέλεξε και δεν ήθελε, γεμάτη από συναισθήματα τα οποία φοβάται να εκφράσει ανοιχτά. Φωνάζει, αντιπαρατίθεται, αλλά σε λάθος στιγμές και με λάθος αφορμές, με αποτέλεσμα να αυτοαπομονώνεται. Δυναμική ερμηνεία από τη βετεράνο ηθοποιό, που χαμηλώνει τους τόνους όπου χρειάζεται και στέκεται επάξια στο πλευρό του Kenneth Branagh.

Ο Gawn Grainger είναι ένας ηλικιωμένος, ο Billy Rice, πρώην αστέρας του καμπαρέ, ο οποίος εμφορείται από νοσταλγία για το παρελθόν και μια συνεχή γκρίνια για το παρόν και με ενδείξεις αρχών άνοιας, ο οποίος έπαιξε σχεδόν υποδειγματικά το ρόλο του. Μετρημένες ατάκες, βλέμμα συχνά χαμένο και έκφραση κενού στο πρόσωπο, κίνηση σπασμωδική και γεμάτη γεροντική οργή, αποτέλεσε τον κυματοθραύστη για κάποιες από τις ενδοοικογενειακές συγκρούσεις και την αφορμή για κάποιες άλλες. Το κουράγιο δείχνει να τον εγκαταλείπει και πολλές φορές η παραίτηση καθρεφτίζεται στο πρόσωπο και την κίνησή του.

Η Sophie McShera στο ρόλο της ιδεολόγου Jean εμποτίζει με πάθος και νεανική ορμή την ηρωίδα της αν και δεν αποφεύγει κάποιες εκφραστικές υπερβολές. Αποτελεί μέχρι ένα σημείο ένα νεανικότερο καθρέφτη της μητριάς της, ενώ δείχνει να έχει λίγα κοινά σημεία επαφής με τον πατέρα της. Δούλεψε το ρόλο της αν και μάλλον της ξέφυγαν κάποιες μικρές λεπτομέρειες που θα την έκαναν καλύτερη.

Ο Jonah Hauer-King ήταν ο Frank, ο ένας γιος του Archie και στη μεγαλύτερη διάρκεια της παρουσίας του αποτέλεσε ένα σημαντικό συνδετικό κρίκο μεταξύ των άλλων χαρακτήρων και ένα κατευναστικό παράγοντα στην τρικυμία των οικογενειακών διαφωνιών. Ήταν ο χαμηλός τόνος στη σκηνή, αυτός που επανέφερε με ένα τραγούδι ή μία ατάκα τους διαλόγους σε ένα πολιτισμένο επίπεδο.

Ο Phil Dunster είχε ένα μικρό ρόλο, αυτόν του Graham, του υποψήφιου συζύγου της Jean, στον οποίο ήταν συμπαθής, ενώ ο Crispin Letts είχε το ρόλο του νεώτερου Bill Rice, αδερφού του Archie που προσπαθεί να τους πείσει να πάνε για δουλειά στον Καναδά.

Οι χορεύτριες που μας έτερψαν μουσικά και αισθητικά ήταν οι Lauren Alexandra, Yasmin Harrison, Pip Jordan και Kate Tydman.

Ο Christopher Oram επιμελήθηκε το σκηνικό της αψίδας στο καμπαρέ, η οποία φαίνεται έτοιμη να καταρρεύσει, ακριβώς όπως και το αφεντικό του μαγαζιού, ενώ εναλλάσσεται γρήγορα και αποτελεσματικά με το καθιστικό των Rice.

Τα κοστούμια του ίδιου με ατμόσφαιρα τέλους δεκαετίας 50 δίνουν το στίγμα της εποχής.

Ο Neil Austin στους φωτισμούς έκανε καλύτερη δουλειά στις σκηνές του καμπαρέ τις οποίες φώτισε άψογα, με πιο γενικά και αδιάφορα πλάνα στις οικογενειακές σκηνές.

Ο Patrick Doyle στη μουσική αποτύπωσε με ακρίβεια το μουσικό ύφος της δεκαετίας που διαδραματίζεται το έργο και έδωσε στο έργο ένα υπέροχο soundtrack.

Ο Chris Bailey ήταν στη χορογραφία και την κίνηση και την έδεσε αρμονικά τόσο με τη μουσική, όσο και με το λόγο του συγγραφέα.

Συμπερασματικά, είδα μια παράσταση που αποτύπωνε ανάγλυφα το κλίμα και την ατμόσφαιρα μιας ολόκληρης εποχής, μέσα από την πορεία και τις συγκρούσεις μιας οικογένειας καλλιτεχνών, αν και το αντιπολεμικό στοιχείο και η παρακμή της αυτοκρατορίας πέρασαν σε εμφανώς δεύτερη μοίρα σε σχέση με το ενδοοικογενειακό δράμα.
Η σκηνοθεσία κατά τα άλλα κράτησε ισορροπίες και δημιούργησε ρυθμό και ατμόσφαιρα, ενώ ευτύχησε να έχει εξαιρετικές ερμηνείες, συνδυαστικές και επιτυχημένα τραγουδιστικά και χορευτικά στιγμιότυπα.
Ένα εξαιρετικό κλείσιμο της σεζόν Branagh στο Garrick Theatre.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.