ΜΗΔΕΙΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ

ΜΗΔΕΙΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ


4.7/5 κατάταξη (6 ψήφοι)

Την τραγωδία του Ευριπίδη "Μήδεια" σκηνοθετεί στη μεγάλη αίθουσα χορού του Μπάγκειου στην Ομόνοια, ο Δημήτρης Γεωργαλάς. Παίχτηκε για πρώτη φορά το 431 π.Χ. και αποτελούσε μέρος μιας τετραλογίας. Ο Ιάσων προδίδοντας τη γυναίκα του και τα παιδιά του πρόκειται να παντρευτεί τη Γλαύκη, κόρη του βασιλιά της Κορίνθου Κρέοντα, εξοργίζοντας τη Μήδεια. Νιώθοντας πλήρως εξευτελισμένη και απομονωμένη, χωρίς αγάπη και έρωτα και πολύ μακριά από φίλους και συγγενείς, για να εκδικηθεί τον Ιάσονα απεργάζεται ένα σατανικό σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο στέλνει δηλητηριασμένα δώρα τόσο στη νύφη, όσο και στον πατέρα της, με τα οποία και τους δολοφονεί. Στη συνέχεια σφάζει η ίδια τα παιδιά της, Φέρητα και Μέρμερο, φροντίζοντας να τα ανακαλύψει άμεσα ο Ιάσων. Στη συνέχεια έχοντας με δόλο εξασφαλίσει τη συναίνεση του βασιλιά της Αθήνας Αιγέα, διαφεύγει προς το βασίλειό του με τη βοήθεια ενός φτερωτού άρματος, αφήνοντας τον Ιάσονα εντελώς μόνο στη συντριβή του. Χρησιμοποιήθηκε η μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά, η οποία είναι λιτή, στιβαρή, χωρίς να χάνει την ευαισθησία και τον βαθύ λυρισμό του λόγου, ενώ τη δραματουργική επεξεργασία του αρχικού κειμένου έκανε ο ίδιος ο σκηνοθέτης.

Ο Δημήτρης Γεωργαλάς στη σκηνοθετική καθοδήγηση της παράστασης δημιούργησε μια τραγωδία "δωματίου", χωρίς όμως να πειράξει τον νοηματικό ιστό του έργου και χωρίς να μειώσει την ένταση της αντιπαράθεσης των δύο διαφορετικών κόσμων, της Μήδειας και του Ιάσονα. Η αρχετυπική αντίθεση άντρα-γυναίκας είναι παρούσα, ο ένας έχοντας φαινομενικά τα πάντα και η δεύτερη ούσα στριμωγμένη και μόνη στα σκοινιά. Κι όμως μέσα σε λίγες (τραγικές) στιγμές οι όροι αντιστρέφονται, δείχνοντας τη δύναμη και το ευμετάβλητο της μοίρας. Η σιγουριά συντρίβεται και η μοναξιά απολαμβάνει μια ιδιότυπη, εκδικητική "δικαίωση", με τη φωτεινή και σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης να μην υπακούουν σε κανόνες και κώδικες, αλλά να προσφέρουν τροφή για σκέψη στον νου του κάθε θεατή. Η σκηνοθετική προσέγγιση δεν παίρνει σαφή θέση μεταξύ δικαίου και αδίκου, αφήνοντας έντεχνα πεδίο αμφιβολιών και διαφορετικών ερμηνειών στο κοινό. Αποφεύγει τις υπερβολές και τις άσκοπες κορυφώσεις, κλιμακώνοντας βήμα-βήμα τη σύγκρουση των δύο βασικών ηρώων, με το ρυθμό να έχει ελάχιστες κοιλιές. Σε κάποιες σκηνές ο λόγος είχε μεγαλύτερη ζωηρότητα από την κίνηση, που ένιωσα να "καθηλώνει" τους χαρακτήρες, αλλά το δυνατό τελικό αποτέλεσμα της παράστασης ελάχιστα επηρεάστηκε από το γεγονός αυτό. Στα απομεινάρια της σύγκρουσης δύσκολα διακρίνεις νικητές, μόνο διαφορετικές εκφάνσεις της ήττας.

Η Τζούλη Σούμα στον ρόλο της Μήδειας, δείχνει να συνυπάρχουν μέσα της δύο χαρακτήρες. Η μάνα και σύζυγος έχει ένα λυγμό στη φωνή, ένα υγρό βλέμμα, ένα τρέμουλο στο σώμα και νοιάζεται για όλα αυτά που βλέπει να συντρίβονται μέσα και δίπλα της. Από την άλλη η αδίστακτη μητροκτόνος, εκδικήτρια του συζύγου της, με το παγερό βλέμμα, την επίπεδη και σκληρή φωνή και το άκαμπτο σώμα αντιπροσωπεύει μια φιγούρα που θα απέφευγες να αντιπαρατεθείς μαζί της. Και όλα αυτά με μια εξαιρετική ερμηνευτική ευελιξία, σα δύο οθόνες που παίζουν παράλληλα, σαν ένας θηλυκός Ιανός.
Ο Γιώργος Σταυριανός υποδύθηκε τον Ιάσονα, με τη σιγουριά και ψυχραιμία του νικητή και άγγιξε μια λανθάνουσα αλαζονεία. Ο λόγος του έχει έναν ακκισμό και μια κυνικότητα, πλάθοντας εύστοχα έναν αριβίστα και καιροσκόπο ήρωα, με την τελική του πτώση να είναι θεαματική. Την κατάληξή του αυτή θα την ήθελα πιο έντονη τόσο στον λόγο όσο και στο σκηνικό του στήσιμο, για να αντιπαρατεθεί με μεγαλύτερη ισχύ στον "θρίαμβο" της εκδίκησης.
Η Κυριακή Καραλουκά είναι η πιστή τροφός της Μήδειας, μια τρυφερή, ζεστή και ευαίσθητη ακόλουθος, που δείχνει να διοχετεύει όλη της την ενέργεια στην υπηρεσία της κυρίας της και της οικογένειάς της. Προσπαθεί επί ματαίω να εκλογικεύσει τη Μήδεια και να αποτρέψει την παιδοκτονία, αλλά αποδέχεται την αδυναμία της να αποτρέψει τα μελλούμενα.
Ο Νίκος Δερτιλής ερμηνεύει τόσο τον δυναμικό, σκληρό και απροσπέλαστο Κρέοντα, όσο και τον πράο και δεκτικό Αιγέα που αποτελεί τη "διαφυγή" της Μήδειας από την τιμωρία για τις ενέργειές της. Και τους δύο χαρακτήρες καταφέρνει να τους αποτυπώσει με επάρκεια.
Ο Σταύρος Γιαννακόπουλος ήταν ένας εξαιρετικός αγγελιαφόρος με μεστό λόγο και καθαρή άρθρωση, καταφέρνοντας να δώσει την απαραίτητη οντότητα στο ρόλο του και να πλαισιώσει επάξια τους πρωταγωνιστές. Μπορεί να μην υπήρχε χορός Κορινθίων γυναικών, αλλά οι τρεις άντρες κάλυψαν κατά το πλείστον επάξια το κενό τους.
Η υποβλητική αίθουσα χορού του Μπαγκείου ταίριαξε αισθητικά με την παράσταση και σε αυτόν προστέθηκαν ελάχιστα (και χρηστικά) σκηνικά αντικείμενα.
Ο Δημήτρης Ντάσιος πρόσθεσε στο ενεργητικό του άλλη μια εξαιρετικά προσεγμένη επιμέλεια κοστουμιών. Εντυπωσιακά στην απλότητά τους, αλλά και τη χρωματική τους παλέτα, δημιούργησαν έξυπνες αντιθέσεις και συμβολισμούς.
Η μουσική του Πλάτωνα Ανδριτσάκη κινούμενη μεταξύ παραδοσιακών, αλλά και σύγχρονων ακουσμάτων, συνόδεψε ταιριαστά τις εκρήξεις και τις εντάσεις των ηρώων.
Η κίνηση της Φαίδρας Σούτου είχε μεγαλοπρέπεια και πολύ καλό συντονισμό (κυρίως στη σκηνή του βηματισμού), αλλά υπήρξαν και (λίγες) στιγμές που ένιωσα να καθηλώνει τους χαρακτήρες με την κίνησή τους να μη συνάδει απόλυτα με τον λόγο τους.
Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη τόνισαν σωστά τις αντιθέσεις μεταξύ της φωτεινής και της σκοτεινής πλευράς της ανθρώπινης φύσης.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Μπάγκειου, παρακολούθησα μία επιτυχημένη μεταφορά μίας από τις πιο δυνατές τραγωδίες του Ευριπίδη σε κλειστό χώρο, σε μία μετάφραση που διατήρησε τη δυναμική και την ποιητικότητα του αρχικού κειμένου. Η σκηνοθετική οπτική είχε μέτρο και ισορροπία, αποφεύγοντας τις υπερβολές και κλιμάκωσε σωστά τη σύγκρουση των δύο πρωταγωνιστικών ηρώων. Ο ρυθμός παρουσίασε ελάχιστες κοιλιές, ενώ η ερμηνευτική ομάδα παρουσιάστηκε καλοδουλεμένη και συμπαγής, υποστηρίζοντας ψυχή και σώματι το όλο εγχείρημα. Μια έντιμη θεατρική πρόταση που δίκαια έτυχε της αποδοχής από το κοινό.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.