• BUZZ
  • Άρθρο
  • ΝΑ ΔΕΙΣ, ΠΟΥ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΚΑΤΑΛΗΞΩ, ΤΕΛΙΚΑ.
ΝΑ ΔΕΙΣ, ΠΟΥ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΚΑΤΑΛΗΞΩ, ΤΕΛΙΚΑ.

ΝΑ ΔΕΙΣ, ΠΟΥ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΚΑΤΑΛΗΞΩ, ΤΕΛΙΚΑ.


0.0/5 κατάταξη (0 ψήφοι)

Μέσα σε όλα, μέσα σε όλους κι εγώ. Να ψάχνω τρόπο, να κατεβάζω ιδέες, να οργανώνω λίστες καλεσμένων, όπως σε γάμους και βαφτίσια. Και σ’ όλο αυτό το αγωνιώδες τοπίο, να ανοίγω έντυπα, να κατεβάζω, ή να ανεβάζω σάιτ, να ανοίγω μηνύματα, να λαβαίνω άλλα πριν ανοίξω, εκείνα που πήγαινα να ανοίξω. Και να ανεβαίνει η αγωνία, το στρες, η αναρώτηση: Προς τι και διατί όλα τούτα;
Από αγάπη για την τέχνη; Ποια τέχνη; Η τέχνη είναι άλλη δουλειά. Θέλει συγκέντρωση, ησυχία, σκέψη, σεβασμό. Δεν θέλει εξυπνάδες – δόλωμα. Δεν θέλει της αγοράς τις συναναστροφές, τα μάταια μεγάλα λόγια. Και βέβαια την τέχνη δεν τη συναντάς ποτέ στα σούπερ μάρκετ. Η τέχνη δεν καταναλώνεται. Τη χρειάζεσαι, την ανακαλύπτεις, είναι ακριβή και πολύτιμη.
Γεννιέται από την ψυχή και από το νου. Την κυοφορούν και την χαρίζουν στον κόσμο άνθρωποι που αισθάνθηκαν, που πόνεσαν, που αγάπησαν πολύ και μάταια τις πιο πολλές φορές, άνθρωποι που έχασαν.
Η τέχνη γεννιέται στη σιωπή. Γεννιέται όταν σωπαίνεις και αφουγκράζεσαι. Κι ο άνθρωπος αυτό έχει βαθύτερη ανάγκη. Αυτό προσπαθεί να καταθέσει και να ανακαλύψει.
Όμως τα φώτα γύρω του πολλά. Ο θόρυβος πολύς. Το πλασάρισμα ακόμα και με την πιο ακριβή αισθητική, τις πιο πολλές φορές παγίδα. Πρέπει να καταναλώσεις με το ζόρι, εκεί που οι πολλοί κι εσύ. Ποιος δημιουργός; Δεν χρειαζόμαστε δημιουργούς. Χρειαζόμαστε προϊόντα και τάργκετ γκρουπ.
Σύνολα διαμορφωμένα κι έτοιμα να πληρώσουν, να συμμετάσχουν ομαδικά, να αποχωρήσουν ομαδικά.
Μαζί με όλους, με όσους αγαπώ, και με όσους με αφήνουν αδιάφορο. Δίπλα σε όλους, όσους αγαπώ, όσους αγωνιούν, όσους ελπίζουν. Απέναντι, κατά βάθος με όσους αγαπώ και σέβομαι και εκτιμώ. Ναι και απέναντι δυστυχώς.
Το δικό μου προϊόν απέναντι στο δικό τους. Το δικό τους προϊόν απέναντι στο δικό μου. Κι αντί να γεννιέται το πάρα κάτω, το καινούριο και να το ανακαλύπτουμε και να χαιρόμαστε, ξυπνάμε και κοιμόμαστε δηλητηριασμένοι από τον ανταγωνισμό, τον ανομολόγητο, κρυφό, αλλά αδηφάγο και ανθρωποφάγο ανταγωνισμό.
Για να καταλήξουμε όταν θα έρθει η ώρα να κλείσουμε ταμείο, να καταλάβουμε, πολύ αργά, πως: Δίχως κέρδος κέρατα!
Δεν έχω να προτείνω λύση, δρόμο, εναλλακτικές. Τώρα ο μύλος αλέθει. Αλέθει την υπερπαραγωγή που δεν θα βρει διεξόδους σε μια αγορά χωρίς κεφάλαιο.
Γιατί το κεφάλαιο έχει τους δικούς του κανόνες, με κορυφαίο τον κανόνα του πληρώνω.
Πληρώνω και διαμορφώνω. Ο άνθρωπος που δεν ξέρει τι του ξημερώνει, όταν ξημερώνει, θέλει ήλιο, θέλει φως, θέλει να αναβάλει το να σκεφτεί, όσα του επιβάλουν να σκεφτεί.
Κι όταν βραδιάζει κι είναι ψόφιος από την αγωνία της καθημερινότητας, θέλει και πάλι φως.
Θέλει την ψευδαίσθηση πως κάτι πέτυχε κι αυτός και του αξίζει ένα καλό ποτό, μια βελούδινη καρέκλα, κάτι που θα τον νανουρίσει, καθησυχάζοντάς τον πως είναι κι αυτός ενταγμένος σε κάποιο μεγαλείο.
Τι κάνω γράφοντας αυτό το κείμενο; Μονάχος μου πετώ, μονάχος πάλι προσγειώνομαι. Μαζί με όλους, δίπλα, κοντά, εδώ, εκεί, απέναντι. Χρόνια διακινδυνεύοντας στο αβέβαιο της αμοιβής, κάνοντας τέχνη, μπορεί και απλά βιοποριζόμενος.
Και από κοντά η ειρωνεία του να αφήνεις να νομίζουν οι συνάνθρωποι, οι άλλοι, ο κόσμος ο πολύς, το κοινό, όλοι εκείνοι που περιμένουμε να είμαστε η επιλογή τους, για ένα βράδυ, για ένα εισιτήριο, πως τρέχουν πλούτη απ’ τα μπατζάκια μας. Και πρέπει έτσι να πιστεύουν γιατί αλλιώς δεν θα υπάρξει ποτέ το ενδεχόμενο να ενδιαφερθούν για τη δουλειά σου. Είπαμε ο κόσμος θέλει φως! Και πρέπει φως να εκπέμπεις ακόμα και την οδυνηρή στιγμή που ο γιατρός σου, ο δικηγόρος σου, ο φούρναρής σου, ο μπακάλης σου, θα τιμολογούν τη συναναστροφή σου μαζί τους, ζητώντας σου μια πρόσκληση, για να έρθουν, ίσως, να σε δουν εκεί που κάνεις τέχνη, τσάμπα.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.