ΤΕΤ-Α-ΤΕΤ ΜΕ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ ΒΑΛΤΙΝΟ

ΤΕΤ-Α-ΤΕΤ ΜΕ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ ΒΑΛΤΙΝΟ


5.0/5 κατάταξη (2 ψήφοι)

Η στήλη Τετ-α-Τετ και το OnlyTheater συνομιλούν σήμερα με τον κύριο Γρηγόρη Βαλτινό, έναν σπουδαίο άνθρωπο του θεάτρου με μία λαμπρή και πολύχρονη πορεία στο χώρο, έναν ανήσυχο και βαθιά σκεπτόμενο άνθρωπο.


Κύριε Βαλτινέ σας καλωσορίζω στο OnlyTheater και σας ευχαριστώ θερμά για την τιμή που μας κάνετε απόψε να έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε μαζί σας τετ-α-τετ στο προσωπικό σας θεατρικό καταφύγιο, πίσω από τα φώτα της σκηνής.


Εγώ σας ευχαριστώ που με φιλοξενείτε σε μία ιστοσελίδα που αγαπάμε πάρα πολύ εμείς οι άνθρωποι του θεάτρου, αλλά και όλοι οι θεατρόφιλοι και την αγαπάμε γιατί την αγαπάει πολύ και η δημιουργός της, η καλή μου φίλη, η Σεμίνα Διγενή. Η Σεμίνα αγαπάει πάρα πολύ το θέατρο, είναι ένας πάρα πολύ δημιουργικός άνθρωπος και εγώ προσωπικά την αγαπώ πάρα πολύ, οπότε είναι και δική μου η χαρά.


Έλεγα να σας προτείνω να βρεθούμε κάπου αλλού σήμερα, δανειζόμενος τον στίχο "Πάμε στον Άδωνι για καφέ..", διότι αφενός είστε τέκνο της Νέας Σμύρνης και αφετέρου τα μαθητικά σας σκασιαρχεία περιλάμβαναν καφέδες στον περίφημο Άδωνι, πολύ πριν το 1986 που γεννήθηκε το τραγούδι.


Ναι, είμαι παιδί της Νέας Σμύρνης, ζω εκεί 25 χρόνια και πιο πριν ζούσα δίπλα ακριβώς στην Καλλιθέα, αλλά οι βόλτες μου ήταν πάντα στη Νέα Σμύρνη. Πρέπει να σου πω πως έχω τραγουδήσει σε αυτό το τραγούδι, συμμετέχω στα ορχηστρικά κομμάτια του "Άδωνι" μαζί με την Πρωτοψάλτη, όταν έκανε το τραγούδι ο Σταμάτης. Και ήταν μια ευχάριστη συγκυρία, διότι εγώ όντως πήγαινα εκεί για καφέ στα νεανικά και μαθητικά μου χρόνια και πολλά χρόνια αργότερα έτυχε και τραγούδησα σε αυτό το κομμάτι.


Είστε περίπου 50 χρόνια στο θεατρικό σανίδι και έχετε βαδίσει μια σπουδαία πορεία, έχοντας παίξει όλα τα είδη θεάτρου και αμέτρητους ρόλους των μεγαλύτερων θεατρικών συγγραφέων. Από το «Γλυκό πουλί της νιότης» πλάι στη Μερκούρη, τον Φέρτη και σε σκηνοθεσία Ντασέν, μέχρι σήμερα που ενσαρκώνεται τον Αρχιμάστορα Σόλνες του μεγάλου Ίψεν. Μιλήστε μας λίγο γι' αυτήν την υπέροχη πορεία.


Επαγγελματικά 40 χρόνια, αν βάλουμε και τη σχολή, τον στρατό και τα χρόνια του γυμνασίου όπου έπαιζα σε διάφορες παραστάσεις στη θεατρική ομάδα, τότε ναι, πάμε στα 50 χρόνια στο σανίδι. Μάλιστα μου δίνεται η ευκαιρία να το πω πρώτη φορά εδώ, δεν το έχω ξαναπεί ποτέ, πως όταν υπηρετούσα στο στρατό, μας είχε επιλέξει, ο ηθοποιός ο Νίκος Δενδρινός που ήταν τότε υπεύθυνος εκεί, μαζί με τον Γιάννη Βούρο, ο οποίος υπηρετούσε και εκείνος τότε, και κάναμε διάφορες παραστάσεις και εκπομπές στο Πεντάγωνο, για τις ένοπλες δυνάμεις, μάλιστα για κάθε παράσταση ή εκπομπή που κάναμε, παίρναμε και μια μέρα τιμητική άδεια.


Τώρα η πορεία μου από «Το γλυκό πουλί της νιότης μέχρι σήμερα’». Αυτό το ξεκίνημα με καθόρισε, καθόρισε όλη τη μετέπειτα πορεία μου. Γιατί όταν με εμπιστεύτηκε ο μεγάλος Ντασέν, και έπαιξα πλάι στη Μερκούρη και στον Φέρτη και όταν στην Press Conference του έργου η Μελίνα με παρουσίασε για πρώτη φορά στη θεατρική και τη δημοσιογραφική οικογένεια, λέγοντας: «θα σας συστήσω ένα νεαρό ηθοποιό, ο οποίος μόλις τελείωσε τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, έχει απολυθεί μόλις από το στρατό και θα παίξει μαζί μας και μάλιστα θα μας απασχολήσει πάρα πολύ και για πολλά χρόνια», εγώ ήρθα σε πολύ δύσκολη θέση και σκεφτόμουν: «μα τί είναι αυτά που λέει η Μελίνα, εγώ δεν ξέρω τι θα κάνω στο μέλλον», υπήρχε βέβαια η τηλεόραση και το θέατρο, τότε δεν υπήρχε ο κινηματογράφος στην Ελλάδα, μόνο οι βιντεοταινίες. Εγώ δεν ήξερα καν αν θα έχω δουλειά κάθε χρόνο στο θέατρο, δεν ήξερα απολύτως τίποτα. Και βέβαια δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να ματαιώσω αυτές τις προσδοκίες.


Έτσι στο ξεκίνημά μου δεν έκανα καθόλου συμβιβασμούς. Δεν μπορούσα μόνο να κοιτάξω αν κάτι είναι εμπορικό, ασχέτως της ποιότητας του. Δεν έπαιξα για παράδειγμα ποτέ σε βιντεοταινίες, παρότι μου πρότειναν ένα ή και δύο εκατομμύρια δραχμές και μάλιστα ενώ βρισκόμουν σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση. Δεν είχα να αγοράσω ένα σουβλάκι, δεν είχα μιάμιση δραχμή για το εισιτήριο του λεωφορείου, για να μετακινηθώ, δεν είχα αυτοκίνητο, δεν είχα μηχανάκι, αργότερα πήρα ένα μηχανάκι ημιαυτόματο, μεταχειρισμένο, με οικονομίες. Περισσότερους συμβιβασμούς έκανα εκ των υστέρων, όταν κατά κάποιο τρόπο ένιωσα μια σιγουριά και ότι μπορώ εν πάση περιπτώσει να ζήσω κι εγώ κάπως καλύτερα από αυτή τη δουλειά, παρά στην αρχή. Στην αρχή οι συμβιβασμοί μου ήταν μηδενικοί, ακριβώς για να βάλω τα θεμέλια μιας σωστής πορείας στο θέατρο.


Ποιος είναι ο «Αρχιμάστορας Σόλνες» και τι επιδιώκει ο Ίψεν να μας πει μέσα από αυτό το σπουδαίο αυτοβιογραφικό έργο του;


Είναι αυτοβιογραφικό έργο πράγματι. Ήρθε στην τελευταία καμπή της καριέρας του και της ζωής του, τότε που άρχισαν να βγαίνουν καινούριοι συγγραφείς και να νιώθει ότι λιγάκι παραγκωνίζεται, να νιώθει ότι δεν μπορεί πια να γράψει τα μεγάλα επικά του έργα που ξεκίνησαν από τον «Πέερ Γκύντ», τους «Βρικόλακες» και όλα τα μεγάλα του έργα, για να μην τα αναφέρουμε τώρα. Άρχισε να γράφει πιο ρεαλιστικά, πιο «εμπορικά» και σε αυτά τα πλαίσια κινείται και ο «Σόλνες». Μέσω του «Σόλνες» ουσιαστικά αυτό-ψυχαναλύεται και δηλώνει την αγωνία του, ακριβώς όπως ο «Σόλνες» φοβάται τους νέους, ότι θα τον βάλουν στην άκρη, γιατί έρχεται το καινούριο που θέλει να πάρει τη θέση του, έτσι ένιωθε και αυτός συγγραφικά εκείνη την εποχή, αλλά του δόθηκε η ευκαιρία να κάνει ένα έργο το οποίο μας φέρνει αντιμέτωπους με την ίδια μας την ύπαρξη, την ανθρώπινη ύπαρξη, την ανθρώπινη αγωνία.


Ο «Σόλνες» δε μπορεί να παραδεχτεί ποτέ το τέλος. Είτε αυτό είναι το τέλος του έρωτα, είτε είναι το επαγγελματικό τέλος, το τέλος της δόξας και το βιολογικό τέλος. Ο «Σόλνες» όπως λέω χαρακτηριστικά και μου αρέσει πάρα πολύ αυτή η φράση, δε θέλει να είναι παρών στην ήττα του. Έχουμε γνωρίσει τέτοιους άνδρες στην ιστορία. Και έτσι αποφασίζει μια έξοδο, που εγώ πιστεύω πως είναι εθελούσια. Ξέρει ότι δε μπορεί πια να είναι εκεί ψηλά και ότι αν ξανανέβει, δε θα μπορέσει να κρατηθεί. Όλο αυτό ο Ίψεν το παρουσιάζει με έναν ποιητικό ρεαλισμό, βάζοντας τον «Σόλνες» να ανέβει πράγματι για τελευταία φορά στον πύργο που ο ίδιος έχτισε, σα να ανεβαίνει στο ικρίωμα ακριβώς για να βουτήξει κάτω και να τελειώσει σε ένα δευτερόλεπτο. Δεν μπορεί τον αργό θάνατο! Θυμάμαι είχα μπει σε ένα μπαρ στις Βρυξέλλες, το οποίο είχε κάτι σουβέρ που ακουμπούσαν τα ουίσκι οι πότες και τα οποία έγραφαν πάνω «mort subite» δηλαδή «γρήγορος θάνατος». Ο «Σόλνες» δεν αντέχει τη φθορά.


Κάπως έτσι προκύπτει η αναγκαιότητα της «Χίλντα»;

Ναι, και εκεί φαίνεται ο μεγάλος συγγραφέας, όπου τον βάζει και προσκολλάται στα νιάτα τα οποία φοβάται ότι θα τον διαδεχτούν, προσκολλάται στη «Χίλντα» πιστεύοντας ότι σαν βρικόλακας μπορεί να πιει νεανικό αίμα και να ζήσει για πάντα. Αυτό είναι το έργο. Καταλαβαίνεις ότι είναι ένα έργο που κάθε καλλιτέχνη, κάθε ηθοποιό, κάθε σκηνοθέτη τον ερεθίζει φοβερά σαν ερμηνεία. Είναι ένα έργο που πολλά χρόνια το είχα στο μυαλό μου και που ήρθε η βιολογική του στιγμή, διότι πρέπει να έχει μια ηλικία ο «Σόλνες», αλλά και η καλλιτεχνική και υποκριτική ωριμότητα, να το παίξω τώρα. Ήταν και μία παραίνεση του Χορν, ο οποίος μου έδωσε κάποτε ένα μεταξωτό μαντήλι, που χρησιμοποιούσε στον «Αρχιμάστορα Σόλνες», το οποίο το κρατάω και το οποίο γράφει πάνω (D.H.) Δημήτρης Χορν. Όταν παίζω έχω αυτό το μαντήλι πάνω μου και νιώθω ότι έκανα αυτό που μου είχε πει τότε: «πάρ' το να το έχεις πάνω στη σκηνή όταν θα παίζεις εσύ αυτόν τον ρόλο».


Μερικοί από εμάς, σκεπτόμενοι ίσως εντελώς ιμπρεσιονιστικά θεωρούμε πως τα κλασσικά έργα λογικά είναι best-seller επιλογή για έναν παραγωγό. Εσείς που είστε ο καθ' ύλην αρμόδιος και έχετε τεράστια εμπειρία, πιστεύετε πως ένα κλασσικό έργο αποτελεί ρίσκο ή είναι μια ασφαλής και επικερδής επιλογή για έναν θεατρικό παραγωγό;


Η τελευταία φράση που είπες δεν ισχύει στο θέατρο, ποτέ. Ούτε για κλασσικό έργο, ούτε για σύγχρονο, ούτε για κωμωδία, ούτε για δράμα, ούτε για σοβαρό, ούτε για σαχλό. Ρώτησαν κάποτε τον Αλέκο Σακελλάριο: «ποια έργα τελικά πάνε καλά;» και απάντησε: «υπάρχουν κακά έργα που πάνε κακά, υπάρχουν κακά έργα που πάνε καλά, υπάρχουν καλά έργα που πάνε καλά και καλά έργα που πάνε κακά». Τί σημαίνει αυτή η σοφή απάντηση; Σημαίνει ότι όλα είναι θέμα εκτέλεσης και παράστασης, συντελεστών, χημείας. Το θέατρο είναι η κατ' εξοχήν χημική τέχνη. Είναι λοιπόν η στιγμή που θα ανέβει κάτι, το πως θ' ανέβει, με ποιους θ’ ανέβει. Δεν είναι καθόλου σίγουρο, τίποτα απολύτως και κάθε φορά είναι σαν τη σύλληψη ενός ανθρώπου μέσα στη μήτρα του θηλυκού, δεν ξέρεις εκείνη τη θεϊκή στιγμή ποια γονίδια θα επικρατήσουν, τι θα συμβεί, ποιοι συνδυασμοί, ποιες προγονικές επιρροές θα λειτουργήσουν κυτταρικά και αν τελικά θα βγει ο Αϊνστάιν ή ένα άτομο με περιορισμένες πνευματικές δυνατότητες. Ποτέ δεν το ξέρεις αυτό. Έτσι και η οποιαδήποτε επιτυχία είναι κάθε φορά θέμα στιγμής. Όπως επίσης υπάρχουν και σπουδαίες καλλιτεχνικές επιτυχίες για τις οποίες αδιαφορεί ο κόσμος, ενώ υπάρχουν και μετριότητες τις οποίες επικροτεί ο κόσμος και γεμίζει τις αίθουσες. Οπότε επιστρέφουμε στο σοφό Σακελλάριο.


Θα ήθελα να σας πάω λίγο μέχρι τα Γιάννινα και να μου μιλήσετε για τη σπουδαία βραδιά που διοργανώσατε προσφάτως εκεί, με τις εκλεκτές φίλες μου Πηγή Λυκούδη, Νάνσυ Κανέλλη και Γεωργία Αγγέλου σε ποίηση του σπουδαίου Γιωσέφ Ελιγιά, για να απαλύνετε λίγο τον ''πόνο όλου του κόσμου''.


Στα Γιάννενα ήταν η καλύτερη παρουσίαση που κάναμε στο έργο, γιατί έχουμε κάνει μερικές ως τώρα, αλλά στα Γιάννενα ήταν η πιο πλήρης. Η Πηγή έκανε μια σπουδαία μουσική και έντυσε αυτούς τους στίχους του Ελιγιά και του Πωλ Τσέλαν με μία καταπληκτική μουσική, έβαλε ελληνικούς ρυθμούς μέσα όπως χασάπικα, ηπειρώτικα και νησιώτικα, έβαλε ρυθμούς από κλασσικές επιρροές, έβαλε πραγματικά τα πάντα. Και είναι καλό το ότι πρόκειται για τη ματιά μιας Ελληνίδας συνθέτριας. Η Γεωργία Αγγέλου έχει πραγματικά εκπληκτική φωνή. Η δε Νάνσυ δεν το συζητώ, έχει μια φοβερή αίσθηση, είναι υψηλού επιπέδου καλλιτέχνης και φοβερή μάνατζερ. Τι άλλο να πει κανείς γι' αυτή; Είναι παραγωγός, δημοσιογράφος, μουσικός… Η Νάνσυ καλύπτει περισσότερους τομείς από όλους εμάς. Είναι ένα πανέξυπνο άτομο, χαίρεσαι όταν είσαι δίπλα σε τόσο οξυδερκείς ανθρώπους και νιώθεις πολύ προστατευμένος. Η Πηγή αναβλύζει ευαισθησία και η Γεωργία ταλέντο και φωνή. Η συμμετοχή μου σε αυτό έργο ήταν και αφηγηματική και τραγουδιστική, σε μικρή διάρκεια, γιατί το κυρίαρχο μέρος του έργου είναι τραγουδιστικό και μουσικό. Πρέπει να αναβιώνουμε και να δημιουργούμε τέτοια έργα, γιατί ο φόβος του ολοκληρωτισμού είναι καθημερινός. Το είδαμε και πρόσφατα στην Ελλάδα, το βλέπουμε και παγκόσμια. Αλλά πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το αυγό του φιδιού σπάει και βγαίνει από μέσα το νεογνό, γιατί οι εξωτερικές συνθήκες διευκολύνουν, τροφοδοτούν και ταΐζουν αυτή την τάση που έχει ο άνθρωπος να επιβληθεί με τέτοιους τρόπους στους συνανθρώπους του. Καλό είναι λοιπόν να μην ξεχνάμε αυτά τα έργα και να δημιουργούμε συνέχεια καινούρια. Ήταν μάλιστα και πολλοί εβραίοι παρόντες και κάποιοι πολύ μεγάλης ηλικίας που έχουν ζήσει τότε όλη αυτή την ιστορία του ολοκαυτώματος και ήταν εξαιρετικά συγκινητική βραδιά.


Δηλώσατε προσφάτως πως η απειλή του φασισμού κρέμεται καθημερινά πάνω από τα κεφάλια μας. Ζούμε σε μια χώρα που ένα ναζιστικό κόμμα ήταν σχεδόν για μια δεκαετία στο ελληνικό κοινοβούλιο και παράλληλα αυτή η εγκληματική οργάνωση δικάζεται χρόνια τώρα σε μια δίκη παρωδία, της οποίας μάλιστα η απόφαση είναι πολύ αμφίβολη. Πως κρίνετε τα γεγονότα αυτά και τον εκφασισμό της κοινωνίας στα χρόνια της κρίσης;


Ο εκφασισμός της κοινωνίας προέρχεται από εκεί που προέρχονται και όλα τα άλλα κακά στην κοινωνία. Από τις μεγάλες κοινωνικές διαφορές και τις μεγάλες αδικίες. Βλέπουμε πόσο εύκολα είτε με τη μορφή τρομοκρατίας, είτε ακραίας φτώχειας, είτε με τη μορφή ακόμη και επιδημιών, διότι όταν για παράδειγμα ξεσπάσει μια επιδημία σε μία φτωχή χώρα που δεν έχει τους απαραίτητους κανόνες υγιεινής, που δεν έχει τη δυνατότητα να προστατευτεί και να θέσει τις κατάλληλες καραντίνες κλπ. όπως συμβαίνει τώρα με τον Κορονοϊό, ο οποίος ξεκίνησε από μία φτωχή λαϊκή αγορά, μιας φτωχής πόλης, όπου οι χασάπηδες σφάζουν τα φίδια, μαζί με τα σκυλιά, τα γουρούνια, τις γάτες και τα πουλερικά πάνω στα πεζοδρόμια. Κατόπιν οι φτωχοί άνθρωποι αναγκάζονται και τα τρώνε αυτά και αρρωσταίνουν. Αυτός ο ιός όμως μπορεί να ξεφύγει και να φτάσει μέχρι τον πλανητάρχη. Έτσι ακριβώς όπως εξαπλώνεται αυτό, εξαπλώνονται και η φτώχεια, η αδικία με τις αντίστοιχες αντιδράσεις. Δε λέω πως είναι σωστές προφανώς μιλώντας για τρομοκρατία και βία, λέω όμως ότι όλα γεννιούνται από κάπου. Από τη συγκέντρωση πλούτου στα χέρια των λίγων, από την αδικία, από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, κάποια στιγμή όλα αυτά παράγουν κακό. Σε αυτά τα πλαίσια λοιπόν και η εκδήλωση φασιστικών κομμάτων και φαινομένων εμπεριέχεται σε αυτού του είδους τις αντιδράσεις, ειδικά σε εποχές κρίσης.


Είστε άνθρωπος σκεπτόμενος και πολιτικοποιημένος, που ποτέ δε δίστασε να εκφράσει τις σκέψεις του ασχέτως αν ενδεχομένως δυσαρεστούσαν κάποιους. Επίσης έχετε δηλώσει πως ο ηθοποιός οφείλει να είναι προοδευτικός και πως το θέατρο από μόνο του είναι μία πολιτική πράξη. Οι νέοι σήμερα τείνουν προς τη μόδα του απολιτίκ, της αδιαφορίας για τα κοινά και του μηδενισμού της πολιτικής. Τι έχετε να πείτε στη σημερινή νέα γενιά ως θεατράνθρωπος αλλά και ως πατέρας δύο νεαρών αγοριών;

Με χαροποιεί καταρχήν που χρησιμοποιείς τη λέξη πολιτικοποιημένος και όχι κομματικοποιημένος. Το θέατρο είναι όντως μια πολιτική πράξη και όταν το είπα χαρακτηρίστηκε πολύ ΣΥΡΙΖέικο και όλοι νόμιζαν ότι ψήφισα Τσίπρα. Ήταν γελοίο, γιατί την ίδια ώρα που έλεγαν αυτά εγώ κατηγορούσα το ΣΥΡΙΖΑ για τις ενέργειές του, για τις επιλογές του, για τα ΟΧΙ που έγιναν ΝΑΙ κλπ. ακριβώς τις ίδιες ημερομηνίες. Αλλά είτε οι άνθρωποι διαβάζουν μισές φράσεις ή δεν ξέρουν ελληνικά. Συμπεριλαμβάνω και κάποιους δημοσιογράφους σε αυτό, οι οποίοι απομονώνουν κάτι και γράφουν την επόμενη μέρα ‘άλλος ένας μετανιωμένος του ΣΥΡΙΖΑ’, μου δίνεις λοιπόν την ευκαιρία να το πω τώρα αυτό.


Τώρα η αδιαφορία της νεολαίας για την πολιτική είναι ένα πολύ μεγάλο λάθος, η πιο λανθασμένη επιλογή από πλευράς νεολαίας. Πρέπει να πολιτικοποιηθούν οι νέοι με έναν τρόπο ουσιαστικό, περισσότερο από κάθε άλλη φορά! Με μία πολιτική που θα σχηματίσουν μέσα από τα καλά και τα κακά της κοινωνίας, με θέσεις πλέον πιο ουμανιστικές και πιο γενικές, γιατί εκείνο που εύχεται και παρακαλεί κάθε άνθρωπος που επιβουλεύεται και εκμεταλλεύεται την κοινωνία και τη νεολαία είναι ακριβώς να τη βρει ακάλυπτη, αδιάφορη και ανενεργή. Τότε μπορεί να την κάνει ότι θέλει. Οι νέοι λοιπόν πρέπει να διδαχθούν από αυτό το πράγμα και οι επιλογές τους να είναι πολύ πιο ουσιαστικές και όχι απαραίτητα κομματικές, διότι ενδεχομένως να νιώθουν πως τα κόμματα τους έχουν προδώσει και δεν είναι ψέμα αυτό.


Ως ηθοποιός είχατε τη χαρά να δανείσετε το σώμα και το πνεύμα σας σε πολλούς ρόλους τεράστιων θεατρικών έργων που πολλοί θα ζήλευαν. Ωστόσο έχετε ένα απωθημένο που αφορά στο Σαίξπηρ. Ποιους Σαιξπηρικούς ήρωες θα θέλατε να παίξετε και εν τέλει βρίσκονται αυτοί στα μελλοντικά πλάνα σας;


Ναι βρίσκονται! Αλλά δεν είναι πολλοί. Ας πούμε σκέφτομαι να αποφύγω το Ρωμαίο και την Ιουλιέτα, το οποίο από την αρχή δε μου άρεσε. Καταρχήν ο Ρωμαίος είναι και ηλικιακά πολύ πιο μεγάλος από τη βιολογική μου ηλικία (γέλια), αλλά υπάρχουν ρόλοι που πραγματικά θα ήθελα να παίξω. Ο Άμλετ μου γλίστρησε, αν και αυτοί οι ρόλοι δεν έχουν ηλικίες, είναι σύμβολα περισσότερο, όπως συμβαίνει και στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Βέβαια είναι πάρα πολλά τα έργα του Σαίξπηρ για να ξεχωρίσω κάποιο. Υπάρχει όμως ο Ληρ, ο Τίμων ο Αθηναίος, ο Κοριολανός, υπάρχουν πολλές κωμωδίες του που θα ήθελα να κάνω. Αυτό με το οποίο κατά βάση θα ήθελα να αναμετρηθώ είναι αυτός ο λόγος του ο ποιητικός, τον οποίο καλείται ο ερμηνευτής να τον σπάσει και να τον κάνει προσιτό στο κοινό, να μην ψευτίζει, χωρίς όμως να χάσει το μεγαλείο του, το μεγαλείο που προσφέρει η ίδια η ποίηση, οι αξίες και οι ιδέες που εμπεριέχονται μέσα στον λόγο και τις έχει καταθέσει εκεί ο ποιητής. Αυτό είναι που με εξάπτει, διότι δεν έχω ‘γυμναστεί σε αυτό το γήπεδο’ και θέλω.


Και μιας που μιλήσαμε λίγο για μελλοντικά σχέδια, θα θέλατε να μας μιλήσετε για τα επόμενα σχέδιά σας, που απ’ ότι μαθαίνω μας φέρνουν πάλι τον αγαπημένο μας «Βιολιστή στη στέγη»;


Αυτό το έργο με κυνηγάει κατά πόδας, όπως κυνηγούσε και τον Τοπόλ όταν το έκανε, ο οποίος το έπαιζε και αυτός 35 χρόνια συνέχεια. Κάθε φορά γίνεται με διαφορετική διανομή, κάθε φορά γίνεται με διαφορετικούς συντελεστές και αυτό το κάνει να ανανεώνεται. Τώρα θα ανέβει σε παραγωγή των αδερφών Τάγαρη στο θέατρο Ακροπόλ. Θα κάνω τη σκηνοθεσία και κάποια πράγματα που πάντα ήθελα να κάνω σε αυτό το έργο, γιατί το έχω σπουδάσει πάρα πολύ, ατέλειωτες ώρες πάνω στο σανίδι παρέα με τον Τέβιε, με ενδιαφέρει πάρα πολύ το εικαστικό του μέρος και το υποκριτικό του, οι χορογραφίες έτσι κι αλλιώς δεν αλλάζουν, αλλά πάρα πολλά πράγματα μπορούν να φρεσκαριστούν και να προσδώσω και την εμπειρία που έχω στο συγκεκριμένο είδος, έργο και ρόλο.


Μου δίνει τη δυνατότητα το μιούζικαλ κάθε φορά να έχω γύρω μου όλες μου τις αγάπες που είναι η πρόζα, το τραγούδι και ο χορός, πράγματα που τα έχω σπουδάσει έτσι κι αλλιώς. Καμιά φορά με ακούν να τραγουδάω, είτε σε συναυλίες, είτε με την ορχήστρα ‘Μίκης Θεοδωράκης’, είτε σε παραστάσεις άλλες, όπως όταν ανέβηκε το ‘Ποιος τη ζωή μου’ στο θέατρο Badminton και μου λένε ‘βρε εσύ τραγουδάς, μπορείς να το εξασκήσεις αυτό το πράγμα’ και τους απαντάω πως ‘τώρα πια είναι αργά για να αλλάξω πίστα και να γίνω τραγουδιστής, αλλά έχω τραγουδήσει και στο παρελθόν…’ και με ρωτούν ‘μα που έχετε τραγουδήσει;’ και τους λέω ‘τον Βιολιστή τον είδατε; Γιατί εκεί έλεγα 15 τραγούδια κάθε μέρα και στις διπλές έλεγα 30.’ Θέλω να πω με αυτό ότι όταν το τραγούδι είναι ενταγμένο τόσο σοφά και τόσο οργανικά μέσα σε ένα μιούζικαλ, σχεδόν περνάει απαρατήρητο, το θεωρεί ο κόσμος δεδομένο. Έτσι λοιπόν με άκουγαν να τραγουδάω στο Βιολιστή, αλλά δε συνειδητοποιούσαν πως εκείνη την ώρα τραγουδούσα… Άλλωστε το τραγούδι είναι μονόπρακτο. Είναι ένα γρήγορο ποίημα, το οποίο έχει τόσο λυρισμό, η μουσική του δίνει τόσα πράγματα... Για σκέψου ότι η μουσική είναι σύμφυτη, το ίδιο δευτερόλεπτο, με το θέατρο, από την αρχαιότητα, από τον Όμηρο. Εξιστορούσαν με συνοδεία αυλού, εγχόρδων και πνευστών. Σκέψου αργότερα την αρχαία τραγωδία με τα χορικά ή τις γιορτές του Διονύσου. Δεν υπήρχε δραστηριότητα καλλιτεχνική χωρίς μουσική. Έτσι λοιπόν στο μιούζικαλ έχω όλες τις αγάπες γύρω μου και αυτό μου αρέσει πολύ. Δεν υπάρχει δε πιο καλό και πιο οργανικό μιούζικαλ παγκοσμίως από το ‘βιολιστή στη στέγη’. Και αυτή είναι η πεποίθησή μου όχι γιατί τον αγαπάω τόσο πολύ, αλλά από πολύχρονη μελέτη και παρατήρηση που έκανα, από πράγματα που είδα στο εξωτερικό, είναι ένα μιούζικαλ που δεν καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για μουσικό είδος, γιατί είναι τόσο οργανικά δεμένη η μουσική, με τον χορό και το λαϊκό δρώμενο μέσα που νομίζεις ότι έτσι είναι η ίδια η ζωή.


Ο Αρχιμάστορας Σόλνες ανεβαίνει στη σκηνή του θεάτρου Ιλίσια από Τετάρτη ως Κυριακή και θα πάει μέχρι το Πάσχα. Στο πλάι σας είναι εξαιρετικοί ηθοποιοί και η σκηνοθεσία είναι της Αθανασίας Καραγιαννοπούλου. Τί προτιμάτε ως ηθοποιός, να σας σκηνοθετεί κάποιος άλλος ώστε να υπάρχει και μια δεύτερη ματιά ή να σκηνοθετείτε ο ίδιος τον εαυτό σας;


Προτιμώ να με σκηνοθετεί κάποιος άλλος. Όταν αυτό δεν είναι εφικτό, αναλαμβάνω εγώ. Αλλά πολλές φορές για πράγματα που αγαπώ ιδιαίτερα και που έχω στο μυαλό μου το όλον, τα πάντα γύρω από αυτά, θέλω να το κάνω εγώ ο ίδιος, όχι από συγκεντρωτισμό, αλλά επειδή το έχω τόσο ολοκληρωμένο μέσα μου, που οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση θα με αποσυντόνιζε. Έτσι λοιπόν πολλές φορές σκηνοθετώ. Έχω παίξει, αλλά και σκηνοθετήσει όλα τα είδη θεάτρου οπότε μου είναι οικείο. Και έχω σκηνοθετήσει ως τώρα και ασύλληπτους αριθμούς παραστάσεων.


Κύριε Βαλτινέ σας ευχαριστώ θερμά για την τιμή και χαρά που μου κάνατε σήμερα να μοιραστείτε μαζί μου λίγο από τον πολύτιμο χρόνο σας. Θα ήθελα να σας ευχηθώ να είστε πάντα υγιής και δημιουργικός όπως είστε και να συνεχίσετε να μας ταξιδεύετε στο μαγευτικό κόσμο του θεάτρου.


Σας ευχαριστώ και εγώ, αντεύχομαι, ήταν μεγάλη μου χαρά που τα είπαμε σήμερα και μακάρι να είχαμε κι άλλο χρόνο, αλλά πρέπει να αλλάξω διότι έχει χτυπήσει ήδη το πρώτο κουδούνι.

 

Διονύσης Μαλαπέτσας

για το OnlyTheater


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.