ΑΜΛΕΤ | ΚΡΙΤΙΚΗ

ΑΜΛΕΤ | ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 κατάταξη (17 ψήφοι)

Κορυφαία στιγμή της θεατρικής τέχνης και θεμελιώδες έργο του ευρωπαϊκού πνεύματος, ο «ΑΜΛΕΤ» αποτελεί πρόκληση για κάθε δημιουργό του θεάτρου. Η σκηνοθέτις Κατερίνα Ευαγγελάτου καταθέτει τη δική της ανάγνωση στο ποιητικό αριστούργημα του William Shakespeare, σε μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά και παραγωγή της Λυκόφως, εξασφαλίζοντας την επαναλειτουργία του «Αμφι-Θεάτρου» Σπύρου Α. Ευαγγελάτου στην Πλάκα και συνδέοντας τον «ΑΜΛΕΤ» του 1991 με τη φετινή εκδοχή.

Πρόκειται, αναμφίβολα, για το συναρπαστικότερο και αινιγματικότερο ερμηνευτικό δημιούργημα όλων των εποχών, με ανεκτίμητα ποιητικά και δραματικά χαρίσματα. Είναι ένα έργο που αμφισβητεί με απόλυτο και εύγλωττο τρόπο όλες τις αξίες της γήινης ζωής, που αμφιβάλλει για το νόημα της Δημιουργίας, που βυθίζει το ανθρώπινο πνεύμα στην απόγνωση της ολοκληρωτικής αποξένωσης και της απόρριψης του κόσμου των αισθήσεων. Στις μύχιες πτυχές του κειμένου συγκρούονται διαλεκτικά το είναι και το φαίνεσθαι, η υπέρτατη γνώση και η άγνοια, η απόλυτη αλήθεια και η πλασματική απεικόνιση του κόσμου, η δράση και η αδράνεια, «η ύπαρξη και η ανυπαρξία». Ο Άμλετ, ο συμπαθής ήρωας της αμφιβολίας, καταβάλλεται από οργή και εκδικητική μανία που ξεπερνά τη λογική του και τον συντρίβει, αδυνατώντας να αντεπεξέλθει στο επαχθές φορτίο της απόλυτης αλήθειας και της υπέρτατης γνώσης. Το αναπάντητο ερώτημα «ύπαρξη ή ανυπαρξία» γεννιέται σε κάθε άνθρωπο, που φιλοσοφεί τα ανθρώπινα, σε στιγμές απόλυτης απόγνωσης και απελπισίας.

Ο Άμλετ, διάδοχος του θρόνου της ισχυρής Δανίας, θρηνεί τον θάνατο του πατέρα του και αρνείται να αποδεχθεί ότι, αν και έχουν περάσει μόλις δύο μήνες, ο ένδοξος βασιλιάς έχει ξεχαστεί από όλους. Ο φιλόδοξος Κλαύδιος, αδερφός του θύματος, παντρεύεται τη βασίλισσα Γερτρούδη, μητέρα του Άμλετ και αρπάζει τον θρόνο. Το φάντασμα του νεκρού βασιλιά εμφανίζεται στον Άμλετ, του αποκαλύπτει ότι τον σκότωσε ο αδερφός του και τον προτρέπει να πάρει εκδίκηση. Ο Άμλετ προφασίζεται τον τρελό και καταστρώνει ένα σχέδιο για να σκοτώσει τον Κλαύδιο. Όταν όμως του δίνεται η ευκαιρία, δειλιάζει. Αντιθέτως, βάζει τον θίασό του να ερμηνεύσει τη σκηνή του θανάτου του πατέρα του, προκαλώντας τις αντιδράσεις του βασιλικού ζεύγους. Ο βασιλιάς, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο της ζωής και του θρόνου του, στέλνει τον Άμλετ στην Αγγλία με κρυφό στόχο να θανατωθεί εκεί, μακριά από τα μάτια του Δανέζικου λαού που στηρίζει τον θαρραλέο πρίγκηπα. Ο Άμλετ σώζεται και επιστρέφει στη Δανία, όπου όμως αναγκάζεται να μονομαχήσει με τον Λεόντιο, γιο του Πολώνιου (τον οποίο ο Άμλετ σκοτώνει κατά λάθος, όταν εκείνος κρυφακούει τον διάλογο του Άμλετ με τη μητέρα του) και αδερφό της Οφηλίας, η οποία μετά το θάνατο του πατέρα της, παραφρονεί και πέφτει στο ποτάμι. Στη στημένη (από τον Λεόντιο και τον Κλαύδιο) ξιφομαχία, η αυλαία του δράματος πέφτει, έχοντας στη σκηνή, έξι θύματα του παραλογισμού και της μωροφιλοδοξίας. Η δολοπλοκία τιμωρείται, η δικαίωση επέρχεται και η κάθαρση τελικά κυριαρχεί στο βασίλειο της Δανιμαρκίας.

Η σκηνοθετική γραφή της χαρισματικής Κατερίνας Ευαγγελάτου, η οποία επιμελείται δραματουργικά και το κείμενο, χαράζει τα δικά της ευφάνταστα σημεία πάνω στο αμλετικό παλίμψηστο. Αναζωογονεί την κλασική θεατρική φόρμα και γεφυρώνει το παρελθόν με το παρόν. Αναδεικνύει στο μέγιστο τα πολυεπίπεδα νοήματα του σαιξπηρικού κειμένου και πλάθει τη μεγαλειώδη τραγική ατμόσφαιρα του έργου με σεβασμό και ζήλο, προβάλλοντας τα πιο ευαίσθητα σημεία έκφρασης του λόγου. Η παράσταση επιβάλλει μυσταγωγία και συγκλονίζει με εκείνο το υπόκωφο ρίγος που δονεί τις αισθήσεις των θεατών.

Η θαυμάσια μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά αποτελεί το ακριβές όχημα για να δημιουργηθούν αισθήματα, εικόνες και δράσεις.

Το τεράστιο, λιτό, χωμάτινο σκηνικό τοπίο που επιμελείται η Θάλεια Μέλισσα δημιουργεί μία ταραχώδη αίσθηση. Η εμπνευσμένη αποκόλληση των ξύλινων σανίδων του παλαιού δαπέδου της σκηνής από την παράσταση του 1991, κλιμακώνει την ένταση της διερεύνησης του μεταθανάτιου κόσμου στα έγκατα της γης.

Τα εξαιρετικά, σύγχρονα και εποχής, κοστούμια του θιάσου φέρουν την υπογραφή της Βασιλικής Σύρμα.

Η κίνηση των ηθοποιών διδάσκεται με ακρίβεια από την Πατρίτσια Απέργη.

Η παράσταση διανθίζεται από την υποβλητική μουσική του Σταύρου Γασπαράτου και τους απόκοσμους φωτισμούς του Σίμου Σαρκετζή, ο οποίος φροντίζει και τις ατμοσφαιρικές βιντεοπροβολές. Όλα μαζί συντελούν στην ανάδειξη της σπασμωδικά υποφωτισμένης δράσης των ηρώων.

Η παρουσία του σπουδαίου Γιάννη Φέρτη στον κομβικό ρόλο του φαντάσματος, μέσω προβολής, αφήνει ανεξίτηλο σημάδι στην παράσταση τόσο με το διαπεραστικό του βλέμμα όσο και με τη βελούδινη φωνή του. Η περίφημη ξιφομαχία μεταξύ Άμλετ και Λαέρτη στο φινάλε αποτελεί ευφυές σκηνοθετικό εύρημα.

Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος κερδίζει επάξια το στοίχημα του «Άμλετ». Ο ταλαντούχος ηθοποιός με πλήρη έλεγχο των υποκριτικών του ικανοτήτων, γνωρίζει πολύ καλά πως να κινεί τα νήματα μιας ολοκληρωμένης, αποκαλυπτικής ερμηνείας. Εμβαθύνει στο μεγαλείο του αμφίσημου ήρωά του με αξιοπρόσεχτο οίστρο μεταδίδοντας την αγωνία του μπροστά στο μυστήριο της ζωής, του θανάτου και του έρωτα, στα παιχνίδια της εξουσίας, στη σχέση ζωής και τέχνης, αλήθειας και ψέματος, τρέλας και λογικής. Οι πλούσιες υποκριτικές του εγγραφές τελειοποιούν το πορτραίτο ενός «Άμλετ», ανθρώπινου και συνάμα τόσο ποιητικού, πιστοποιώντας την αδιαμφισβήτητη αξία του ως καλλιτέχνη.

Στον αντίποδα ρόλο, ο εξαιρετικός Νίκος Ψαρράς κινείται ως «Κλαύδιος» με έξοχο ρυθμό. Σκιαγραφεί, με σαφήνεια και κύρος, έναν βασιλιά επιβλητικό, καχύποπτο, ασελγή, αδίσταχτο, δολοπλόκο αλλά και θρασύδειλο, που δεν διστάζει να κινήσει γη και ουρανό για να διασώσει τη ζωή του και τον θρόνο του.

Η Άννα Μάσχα ως «βασίλισσα Γερτρούδη» ισορροπεί με μεστότητα και εκφραστικότητα στο δίπολο της ηδυπαθούς συζύγου και της ενοχικής μάνας.

Η Αμαλία Νίνου πλαστουργεί με συγκινησιακές αποχρώσεις το πρόσωπο της εύθραυστης «Οφηλίας». Η γυμνή της εικόνα, όταν οδηγείται στον τάφο, αποτελεί τρανταχτή απόδειξη της ανθρώπινης ένδειας μπροστά στον θάνατο.

Ο Δημήτρης Παπανικολάου στον ρόλο του σατανικού «Πολώνιου» διακρίνεται για τις σκηνικές του αρετές και εντυπωσιάζει.

Στοργικός και γενναιόψυχος ο «Οράτιος» του Μιχάλη Μιχαλακίδη, ευαίσθητος και ορμητικός ο «Λαέρτης» του Κυριάκου Σαλή.

Το αστείο ερμηνευτικό δίδυμο «Ρόζενκραντζ» και «Γκίλντενστερν» των Κλεάρχου Παπαγεωργίου και Βασίλη Μπούτσικου αποδίδεται με πειστικότητα και αυθορμητισμό, σκορπίζοντας εύθυμες νότες στη ροή της παράστασης.

Ο Γιάννης Κότσιφας στον τριπλό του ρόλο ως «Μάρκελλος», «ηθοποιός» και δαιμόνιος «νεκροθάφτης» ανταποκρίνεται με ευθυβολία και πλαστικότητα.

Συμπερασματικά, ο «ΑΜΛΕΤ» της Κατερίνας Ευαγγελάτου είναι μία παράσταση υψηλής ερμηνευτικής και σκηνοθετικής ακτίνας που ερεθίζει γόνιμα το μάτι, το αυτί και τη φαντασία του κοινού. Η τραγική ιστορία του ήρωα είναι η ανύψωσή του σε κορυφές ερμητικές και απρόσιτες, καταδικασμένος να απαυγάζει αιώνια εκτυφλωτικό φως κι εμείς καταδικασμένοι μέσα από τη σκιά του να σκιαγραφούμε τη μορφή του. Από τις πιο ολοκληρωμένες παραστάσεις της φετινής θεατρικής σεζόν.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.