FAITH - ΚΡΙΤΙΚΗ

FAITH - ΚΡΙΤΙΚΗ


4.0/5 rating 1 vote

Το έργο της Kate Robin με τίτλο "Faith" σκηνοθετεί στη σκηνή του Μικρού Γκλόρια, ο Γιώργος Βάλαρης.
Ένα έργο που κινείται στη σφαίρα των ερωτικών δεσμών, ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα και διερευνά την επίδραση του να είσαι ή όχι πιστός σε μια σχέση και του τι μπορεί να θυσιάσεις, προκειμένου να κρατήσεις ζωντανή αυτή τη σχέση.
Μια ψυχοθεραπεύτρια και ένας κινηματογραφιστής, ανακαλύπτουν μυστικά και ψέμματα στη σχέση τους, η οποία διαταράσσεται και αποκτά ρωγμές που μπορούν να αποβούν μοιραίες για το κοινό τους μέλλον. Τι μπορεί να επουλώσει τις πληγές και να τους κάνει να ξεπεράσουν την κρίση;
Μπορεί μια κάμερα που τους παρακολουθεί επί 24 ώρες, να είναι ο ουσιαστικός κριτής, αυτής της ήδη τραυματισμένης σχέσης; Ποιες είναι οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην αγάπη και στον έρωτα; Σε όλα αυτά τα ερωτήματα που μπορεί να απασχολούν έντονα ένα σύγχρονο ζευγάρι, επιχειρεί να ρίξει φως και να δώσει απαντήσεις η παράσταση, της οποίας η προσαρμογή έχει γίνει από το Γιώργο Βάλαρη.
Ο ίδιος ανέλαβε και τη σκηνοθεσία του εγχειρήματος, επιχειρώντας να φέρει στο προσκήνιο τις καταστάσεις, τις οποίες έφεραν τη ρήξη και τα προβλήματα στο ζευγάρι και μέσα από αυτές να ψυχογραφήσει τον καθένα τους ξεχωριστά. Με αυτόν τον τρόπο έκανε απόλυτα σαφές το κίνητρο και την αφορμή της κρίσης, αλλά και λίγο απρόσωπη και ψυχρή τη συμμετοχή των πρωταγωνιστών σε αυτή, καθώς σε αρκετά σημεία θυμίζει ακαδημαϊκή συζήτηση ανθρώπων, που δε συμμετέχουν στο πρόβλημα, αλλά απλά αναζητούν μια λύση σε αυτό.
Δεν φαίνεται να δίνονται και να εμβαθύνουν στο θέμα που τους απασχολεί και τους έφερε στο αδιέξοδο, με αποτέλεσμα ο θεατής να αναρωτιέται αν πραγματικά τους ενδιαφέρει η λύση του θέματος. Δεν υπάρχει καλός συντονισμός και φυσική συνέχεια του λόγου, μεταξύ των ηθοποιών, με αποτέλεσμα κάποιοι διάλογοι να ακούγονται λίγο προκάτ και ενίοτε η εναλλαγή των σκηνών να καθίσταται προβληματική.
Ο σκηνοθέτης δεν δείχνει να έχει αντιληφθεί ο ίδιος την προβληματική του κειμένου και να την έχει περάσει στους ερμηνευτές του στη σκηνή. Έτσι οι πρωταγωνιστές δεν καταφέρνουν να έρθουν κοντά και να πείσουν σαν ζευγάριν, που ζει μια έντονη σχέση σε οριακό σημείο.
Οι αλλεπάλληλες συναισθηματικές συγκρούσεις και εναλλαγές δεν δείχνουν ανάγλυφα το παιχνίδι επιβολής και επικράτησης, μεταξύ των δύο χαρακτήρων.
Παράλληλα, υπάρχει μία έντονη επαναληπτικότητα σε αρκετά σημεία και μοτίβα του κειμένου, τα οποία γίνονται αντιληπτά και κουράζουν το θεατή, επιμηκύνοντας απλά τη διάρκεια του έργου, χωρίς ουσιαστικό λόγο.

Ο Παναγιώτης Μπουγιούρης στο ρόλο του Ken, δείχνει λίγο αποστασιοποιημένος από το το χαρακτήρα που υποδύεται, προσεγγίζοντάς τον λίγο επιδερμικά και χωρίς να μπαίνει βαθιά στην ψυχολογία του. Η εκφορά του λόγου του γίνεται με μια κριτική και φιλολογική διάθεση, σαν να αναφέρεται σε κάποιο τρίτο πρόσωπο και όχι στον ίδιο του τον εαυτό. Μοιραία δεν έχει δυνατή χημεία στο λόγο με τη συμπρωταγωνίστριά του, με αποτέλεσμα οι σκηνές τους να μην έχουν την απαραίτητη φλόγα και το απαιτούμενο πάθος. Η συνεργασία τους είναι ορατή σε κάποιες σκηνές και σε κάποιες άλλες χάνεται, δημιουργώντας κενά και χάσματα στη ροή του έργου.

Η Ζέτα Δούκα υποδυόμενη τη Λίζα, δείχνει να συμμετέχει με περισσότερη ενέργεια στα τεκταινόμενα. Προσπαθεί να ταυτιστεί με την ηρωίδα και μέσα από την ερμηνεία της να προβάλλει τα αναπάντητα ερωτήματά της. Η κίνησή της και το σκηνικό της στήσιμο, προδίδει μια αγωνία και μία ανασφάλεια, καθώς και μία λανθάνουσα διάθεση να βρεθούν λύσεις αμοιβαία αποδεκτές από το ζευγάρι. Δυστυχώς αυτή η προσπάθεια είναι συχνά μονόπλευρη και όπου υπάρχει συνεργασία των πρωταγωνιστών, η μεταξύ τους φλόγα δε δείχνει αρκετή για να κρατήσει ζεστό το ενδιαφέρον του κοινού εξακολουθητικά.

Τα σκηνικά του Διονύση Χριστοφιλογιάννη, χωρίς ουσιαστική συμμετοχή στη ροή της παράστασης, ενώ τα κοστούμια που σχεδίασε ο Αλέξης Φούκος ήταν αντιπροσωπευτικά δύο σύγχρονων χαρακτήρων, με νεανική και φρέσκια ιδεολογία και σκεπτικό.
Οι φωτισμοί του Χρήστου Τζιόγκα, σχεδόν απόλυτα εστιασμένοι στους πρωταγωνιστές. Αν υπήρχε καλύτερη χημεία μεταξύ τους θα είχαν αναδειχθεί ακόμα περισσότερο.
Η μουσική επιμέλεια του Γιώργου Βάλαρη ενδιαφέρουσα.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του μικρού Γκλόρια, είδα μια παράσταση, που παρά το σύγχρονο κείμενο και τη σημερινή προβληματική του απέτυχε να με προσεγγίσει ουσιαστικά και να με κάνει συμμέτοχο. Αποσπασματική και χωρίς εμφανή στόχο η σκηνοθεσία, άφησε σε χαλαρούς ρυθμούς τη σκηνική συνεργασία των ηθοποιών, σε ένα έργο που απαιτούσε έντονη συνεργασία, ρυθμό και αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Καλές ερμηνευτικές στιγμές υπήρξαν, αλλά δε στάθηκαν αρκετές για να διασώσουν συνολικά την παράσταση.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.