ΚΑΖΙΜΙΡ ΚΑΙ ΚΑΡΟΛΙΝΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ

ΚΑΖΙΜΙΡ ΚΑΙ ΚΑΡΟΛΙΝΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ


4.3/5 κατάταξη (6 ψήφοι)

Το κείμενο του Έντεν Φον Χόρβατ με τίτλο ΚΑΖΙΜΙΡ ΚΑΙ ΚΑΡΟΛΙΝΑ, σκηνοθετεί στο off Broadway, θεατρικό χώρο του Cartel, ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος.

Μία σύγχρονη και επίκαιρη παράσταση που ορμώμενη από την προβληματική σχέση των δύο ομώνυμων χαρακτήρων, προχωρά σε μια γενικότερη κοινωνική καταγγελία των συνθηκών της κρίσης που όλοι βιώνουμε.

Ο Καζιμίρ έχει μόλις απολυθεί από τη δουλειά του και βουλιάζει στο τέλμα της νευρικότητας και της οργής, τις οποίες ξεσπάει στην Καρολίνα, η οποία θέλει να περνάει καλά, να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής της και να αναρριχηθεί σιγά σιγά τα σκαλοπάτια της κοινωνικής ιεραρχίας. Όταν η μεταξύ τους ασυνεννοησία οδηγεί τη σχέση τους σε αδιέξοδο, η Καρολίνα δέχεται το φλερτ διαφόρων άλλων αντρών, στο οποίο ανταποκρίνεται, για να ανακαλύψει ότι σε όλες τις περιπτώσεις αποτελούσε γι' αυτούς απλά μια όμορφη και αναλώσιμη παρέα και καταλήγοντας και πάλι στην ηττημένη πλευρά της καθημερινότητας.

Γύρω από τους δύο κεντρικούς ήρωες ένα γαϊτανάκι ανδρών και γυναικών, ο καθένας με τις δικές του ανάγκες, άλλοτε καλοί, άλλοτε κακοί, αλλά σίγουρα όλοι λίγο περισσότερο ατομιστές λόγω της κρίσης και των συνεπειών της. Το κείμενο φαίνεται απλό, αλλά κρύβει μέσα του πολλά ερωτήματα και θέματα που απασχολούν συχνά την καθημερινότητα του καθενός μας. Τα διαπραγματεύεται με τρόπο ισορροπημένο και χωρίς άμεση κριτική διάθεση, αφήνοντας χώρο στο θεατή για προσωπικό προβληματισμό και εσωτερικό διάλογο.

Ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος κρατά τη σκηνοθετική μπαγκέτα και χτίζει υπομονετικά και μεθοδικά ένα έργο χαρακτήρων και προσωπικοτήτων, τονίζοντας έντονα τις ιδιαιτερότητες του μικρόκοσμου του καθενός. Η ανεργία, η απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας και το πως οι σχέσεις επηρεάζονται από μια οικονομική κρίση, είναι οι βασικοί πυλώνες γύρω από τους οποίους απλώνεται ο θεματικός ιστός της παράστασης. Οι ήρωες κινούνται γύρω από τον εαυτό τους, ζητώντας απεγνωσμένα να βγουν από τα αδιέξοδά τους και αλληλεπιδρούν με τους γύρω τους έντονα και συχνά επιθετικά.

Ο καταγγελτικός τόνος που είναι διάχυτος στο κείμενο δε γίνεται "σημαία", γύρω από την οποία απαγγέλλονται τσιτάτα και διδακτικές ιστορίες, αλλά μια αφορμή ώστε ο κάθε χαρακτήρας, άθελά του, να ανοίξει την καρδιά του και να αναλύσει όλη την πικρία και την πίεση που αισθάνεται. Τα ψυχογραφήματα αυτά είναι τρόπον τινά καθαρτικά και αποτελούν μια αναγνωριστική τομή στη βαθύτερη πραγματικότητα, αλλά και κίνητρο για αναζήτηση λύσεων.

Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί έντονα συμβολιστικά το σκηνικό με τις παλέτες σε διάφορα επίπεδα (η κοινωνική άνοδος και η πτώση μπορεί να είναι απότομη και μεγάλη) και χρησιμοποιεί έντεχνα μια δόση υπερβολής στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων, για να δώσει έμφαση στις αλλαγές που συμβαίνουν μέσα τους. Χρησιμοποιεί όλο το διαθέσιμο χώρο της σκηνής και καταφέρνει να εντάξει στην παράσταση, ακόμα και τον εξωτερικό χώρο, σαν φυσική συνέχειά της. Οι δραματικές κορυφώσεις δε λείπουν, το ίδιο και οι αντιπαραθέσεις, αλλά δομούνται με μέτρο και ισορροπία, ώστε να εξυπηρετήσουν τη σκηνική οικονομία του έργου. Γενικότερα, η σκηνοθεσία είναι συνέχεια παρούσα, αποφεύγοντας μικρές παγίδες και δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα ίσως λίγο κλειστοφοβική, αλλά βαθιά ανθρώπινη, ζωντανή και με συνέχεια, ώστε να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή.

Ο Βασίλης Μπισμπίκης στο ρόλο του Καζιμίρ, μας εισάγει στο έργο, με έναν έντονο και λεκτικά βίαιο τρόπο ενός λαϊκού φορτηγατζή, που αντίθετα με το μάτσο προφίλ που "πουλά", φοβάται για το μέλλον του και είναι ευαίσθητος και συναισθηματικός. Ο φόβος κλιμακώνεται και μεταλλάσσεται σε οργή, όταν νιώθει ότι και στο ερωτικό επίπεδο προδόθηκε και το σύμπαν του γκρεμίζεται. Η ένταση και το πάθος κυριαρχούν όπως είναι φυσικό, αλλά χωρίς να χάνεται ο εσωτερικός έλεγχος και η σωστή ένταξή τους στο ρόλο. Έχοντας κατανοήσει ουσιαστικά τις πτυχές του χαρακτήρα του, τον δίνει ολοκληρωμένο και σαφή.

Δίπλα του, η Ευτυχία Γιακουμή παίζει την όμορφη και ματαιόδοξη Καρολίνα, η οποία έχοντας εμφανώς άλλους στόχους από τον σύντροφό της, όπως τη διασκέδαση, την εφήμερη ευμάρεια και την κοινωνική άνοδο, τον εγκαταλείπει για άλλους άντρες. Έντονα θηλυκή, με συναίσθηση της εξωτερικής της εμφάνισης και των πλεονεκτημάτων που αυτή της εξασφαλίζει, έχει μια ρηχή στάση ζωής. Είναι αυθόρμητα ματαιόδοξη και εκπλήσσεται γνήσια, όταν ανακαλύπτει ότι μπορεί να αποτελεί απλά ένα εργαλείο διασκέδασης και κοσμικής προβολής για τους άντρες, δίνοντας στο παίξιμό της μια αυθεντικότητα.

Ο Παναγιώτης Σούλης είναι ο Ευγένιος, ο διευθυντής πωλήσεων σε ένα τμήμα ενός πολυκαταστήματος, που με ένα ιδιαίτερα χαμηλών τόνων, ευγενικό και κομψό προφίλ, καιροφυλακτεί για να αρπάξει τις ευκαιρίες που θα του παρουσιαστούν. Παίρνει μικρές νίκες, αλλά υφίσταται και ήττες, με αξιοπρέπεια και μέτρο, αλλά ένιωσα ότι χρειαζόταν κάποιες μικροεκρήξεις περισσότερες για να δώσει χώρο σε όλη την καλά κρυμμένη μέσα του καταπίεση και να ολοκληρώσει τον ήρωά του.

Ο Στέλιος Τυριακίδης υποδύεται τον κύριο Χόφμαν, διευθυντή και ιδιοκτήτη των πολυκαταστημάτων (και κατά συνέπεια και του Ευγένιου) και πλούσιου διεκδικητή της Καρολίνας. Ερμηνεύει σωστά τον ήρωα με έναν υπερφίαλο και μπλαζέ τρόπο, τυπικό ενός πλούσιου νεαρού. Δείχνει πεζός, επιδειξίας και χωρίς ιδιαίτερα συναισθήματα, αποκαλύπτοντας μόνο τυχαία ψήγματα της βαθύτερης ψυχολογίας του. Υπάρχουν μία-δύο στιγμές υπερβολής στο χαρακτήρα, αλλά αυτές διορθώνονται σχεδόν άμεσα.

Ο Μάνος Καζαμίας σε ένα σύντομο πέρασμα σα φίλος του κυρίου Χόφμαν, αποτελεί ένα πιο ευθύ και ευαίσθητο αντίτυπο πλουσιόπαιδου. Εξαιρετική και σαφής άρθρωση, σωστές εντάσεις στη φωνή και σωστός συναισθηματικός έλεγχος τον χαρακτηρίζουν.

Η Μαρία Σκαφτούρα στο ρόλο της Έρνα, της φαινομενικά σχεδόν παραιτημένης από τη ζωή, αλλά ουσιαστικά πανταχού παρούσας και βαθύτατα αισιόδοξης περσόνας, χτίζει λιθαράκι, λιθαράκι, διάλογο το διάλογο, ένα πολυσύνθετο χαρακτήρα. Και με μαεστρία αφήνει μια πλήρη και εξαιρετική τελική εντύπωση στο θεατή.

Ο Ιάσονας Παπαματθαίου υποδύεται το Φραντς, φίλο και "σκιά" του Καζιμίρ, καλλιεργώντας ένα προφίλ υπερβολικά μάτσο και βίαιο, με αρκετή δόση υπερβολής και χωρίς αληθοφάνεια.

Τέλος, οι καλές Ελεονώρα Αντωνιάδου και Ιουστίνα Μάτσιασεκ, συμπληρώνουν σωστά το θίασο, σα δύο αγοραία κορίτσια, που ουσιαστικά κυνηγούν το μεροκάματο και μια ευκαιρία για κάτι καλύτερο.

Τα σκηνικά του Kenny MacLellan ευφάνταστα, πρωτότυπα και λειτουργικά, παίζουν ενεργό ρόλο στην εξέλιξη του έργου και αποτελούν ουσιαστικό εργαλείο στα χέρια του σκηνοθέτη. Τα κοστούμια του ίδιου, προσεγμένα και με τις ιδιαίτερες λεπτομέρειες που αρμόζουν σε κάθε χαρακτήρα.

Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη, έχασαν ελάχιστες φορές τους ηθοποιούς και συνετέλεσαν στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας με εναλλαγές και ένταση.
Η επιτυχημένη μουσική επιμέλεια ανήκε στον ίδιο το σκηνοθέτη.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Cartel, είδα μια παράσταση σύγχρονη, που αγγίζει απόλυτα την ελληνική πραγματικότητα και την καθημερινότητα του καθενός μας. Η σκηνοθεσία στιβαρή και δυναμική χτίζει με προσοχή, συνέπεια και χωρίς εύκολες υπερβολές χαρακτήρες και καταστάσεις, κάνοντας το θεατή μέρος του έργου και επενδύει στις πολύ καλές ερμηνείες ενός καλοκουρδισμένου και δουλεμένου θιάσου. Από τις πολύ καλές επιλογές για τη θεατρική σας έξοδο.


Σχόλια (1)

  • κωστας διογος

    29 Μαϊος 2016 στις 03:08 | #

    ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΧΘΕΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑ ΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ.ΗΤΑΝΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ ΜΕ ΩΡΑΙΕΣ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΑΠΟ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥ ΗΘΟΠΟΙΟΥΣ.Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΑΓΓΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ.Η ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΠΟΛΥ ΚΑΛΗΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ

    απάντηση

Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.