MON PETIT PRINCE - ΚΡΙΤΙΚΗ

MON PETIT PRINCE - ΚΡΙΤΙΚΗ


3.0/5 κατάταξη (2 ψήφοι)

Την παράσταση "Mon Petit Prince", βασισμένη στο κείμενο του Μικρού Πρίγκηπα του Antoine de Saint-Exupery, σκηνοθετεί στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά ο Δημήτρης Μπογδάνος. Ένα φιλοσοφικό παραμύθι που έχει μεταφραστεί σε 250 γλώσσες και έχει διαβαστεί από "παιδιά" όλων των ηλικιών αποτελώντας πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες. Μια πτώση του συγγραφέα στη Σαχάρα με το αεροπλάνο με το οποίο εκτελούσε την πτήση Παρίσι-Σαϊγκόν και η διάσωσή του από τους Βεδουΐνους αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης για το Μικρό Πρίγκηπα. Αυτός, ερχόμενος από το μακρινό πλανήτη Β612, συναντά στην έρημο τον πιλότο-αφηγητή και γίνονται φίλοι. Του ζητά να του ζωγραφίσει ένα πρόβατο και ο αφηγητής του ζωγραφίζει ότι ξέρει, κάτι που μοιάζει με καπέλο και μετά από περιπέτειες ο πρίγκηπας του συστήνει τον πλανήτη του που είναι μικρός όσο ένα σπίτι και έχει τρία ηφαίστεια (δύο ενεργά, ένα ανενεργό) και ένα τριαντάφυλλο. Αφηγείται την επίσκεψή του σε διάφορους πλανήτες όπου συνάντησε ανθρώπους με αδυναμίες και προτερήματα πριν φτάσει στη Γη. Εδώ θα συναντήσει ένα φίδι που του λέει ότι έχει τη δύναμη να τον στείλει πίσω στον πλανήτη του, μια σειρά από άλλα τριαντάφυλλα που τον κάνουν να αμφισβητήσει την αγάπη του για το δικό του αλλά και μια αλεπού που του αποκαλύπτει τη μοναδικότητα του λουλουδού του, επειδή είναι αυτό που αυτός αγαπά. Η δραματουργική επεξεργασία του αρχικού κειμένου έγινε από το σκηνοθέτη και το Βασίλη Μαυρογεωργίου και συμπεριέλαβε σε αυτή επιστολές του συγγραφέα προς τη γυναίκα του Κονσουέλο, ποιήματα των Κωνσταντίνου Καβάφη και Τάσου Λειβαδίτη, θεωρίες του Στίβεν Χόκινγκ και κείμενα της ομάδας από τις πρόβες.

Ο Δημήτρης Μπογδάνος σκηνοθετεί την παράσταση κρατώντας αναλλοίωτο το βασικό ιστό του παραμυθιού και τα κοινωνικά και ανθρώπινα μηνύματά του, δίνοντας όμως έμφαση και σε μια πιο ενήλικη, σκοτεινή πλευρά του. Οι εικόνες που δημιουργεί στη σκηνή έχουν την τρυφερότητα και την παιδικότητα της ψυχής του μικρού πρίγκηπα, αλλά κρύβουν και συμβολισμούς που απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες. Αλήθειες και στιγμιότυπα της καθημερινότητάς μας, διαχρονικές αδυναμίες του ανθρώπου, υπαρξιακές αγωνίες, μεταφυσικά ερωτήματα, όλα φιλτραρισμένα μέσα από τα μάτια ενός παιδιού βάζουν σε λειτουργία το νου και την καρδιά των μεγάλων, υπενθυμίζοντάς τους ότι έχουν με τον καιρό λησμονήσει. Η προσέγγιση αυτή ήταν σύνθετη και κάποιες στιγμές την ένιωσα να μπερδεύεται στην ίδια της την πολυπλοκότητα, όντας πιο σκοτεινή ως προς τις προεκτάσεις της αρχικής ιστορίας και τις παιδικές της πτυχές να χάνουν σημαντικό κομμάτι της αθωότητάς τους, να αναπτύσσονται ασύμμετρα και το παραγόμενο συναίσθημα να είναι μέτριας έντασης. Η μεγάλη σκηνή του θεάτρου και η χρήση της σε μεγάλο πλάτος και βάθος, με δράσεις συχνά παράλληλες του λόγου, κατακερμάτιζαν την προσοχή και τη συγκέντρωση του θεατή. Φυσικά δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει στην παράσταση τη σαφήνεια των βασικών αξόνων της σκέψης και της φαντασίας του συγγραφέα και την υψηλή αισθητική πρόταση του εγχειρήματος. Συν το γεγονός ότι δεν εκβιάζει το συναίσθημα, τη σκέψη, ή το χαμόγελο, αλλά χρησιμοποιεί το λόγο ως πρόταση και αφήνει το θεατή ελεύθερο δέκτη των ερεθισμάτων που του προσφέρει.

Η Λένα Παπαληγούρα στο ρόλο του Μικρού Πρίγκηπα, ερμήνευσε στη λογική ότι το πλάσμα που υποδύεται δεν έχει φύλο, ηλικία και φυλή. Ο λόγος της απλός, κοφτός, συχνά ενθουσιώδης, γεμάτος ερωτήματα, αλλά και με μια στυλιζαρισμένη παιδικότητα που δεν αποτύπωνε πάντα τη γνήσια αθωότητα ενός παιδιού. Το βλέμμα αεικίνητο, διεισδυτικό, η κίνησή της είχε έναν αυθορμητισμό, αλλά σε κάποιες σκηνές το χαμόγελο και η έκφραση του προσώπου δεν είχαν τη φρεσκάδα και την ανεπιτήδευτη ανεμελιά του παιδιού. Ανταποκρίθηκε όμως σε ικανοποιητικό βαθμό σε ένα ρόλο τόσο πολυεπίπεδο και σύνθετο, που έδειξε ότι δούλεψε εντατικά γι' αυτό και κατανόησε τις απαιτήσεις του. Ο Γιωργής Τσαμπουράκης σαν αφηγητής-συγγραφέας συχνά παρασύρεται από την αφήγηση και μένει στην επιφάνεια του λόγου, τον απογυμνώνει από το συναίσθημα και τον κάνει να ακούγεται σαν έντεχνη απαγγελία, ενώ και η κίνησή του δεν έχει πάντα τη "ζεστασιά" και τη σιγουριά της βαθύτερης κατανόησης του ήρωά του. Κι έτσι στη σκηνική του συνύπαρξη με το Μικρό Πρίγκηπα συχνά δείχνει απόμακρος, χωρίς να υπάρχει ένας ομφάλιος λώρος να τον συνδέει με αυτόν. Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου, ο Λευτέρης Βασιλάκης, η Λήδα Καπνά, ο Θάνος Λέκκας, η Ειρήνη Μακρή και η Υβόννη Τζάθα είναι ένας "χορός", ντυμένος με μαύρα κολυμβητικά μαγιό (Κολυμβητές του Διαστήματος κατά το σκηνοθέτη), ο οποίος με το λόγο και την κίνησή του επικουρεί το Μικρό Πρίγκηπα, αποτελεί μέρος της γνώσης του και δείχνει να αναζητά την αρμονία και την ελευθερία της φύσης. Δεν έχουν ρόλους, ούτε συγκεκριμένες ταυτότητες, αλλά λειτουργούν σα μονάδες μιας ολότητας, συντονισμένης σχεδόν απόλυτα με το κέφι, την ατμόσφαιρα και την αισθητική της όλης παράστασης. Και αποτελούν ουσιαστικά τον κινητήριο μοχλό της ιστορίας.

Ο Πάρις Μέξης είχε την επιμέλεια του σκηνικού που κυριαρχείται από μια μεγάλη σαΐτα, συμβολική της αγάπης του συγγραφέα για τα αεροπλάνα, αλλά και της πτώσης του που έγινε η αφορμή συνάντησης με το Μικρό Πρίγκηπα και από ημισφαιρικούς πλανήτες, κούφιους στο εσωτερικό τους, που προκύπτουν ο ένας από τον άλλο, παραλλάσσοντας το ρώσικο παιχνίδι με τις μπάμπουσκες. Τα κοστούμια του ίδιου έχουν μια δημιουργική παραδοξότητα ως προς τα μαγιό, που υπηρετεί όμως απόλυτα τη σκηνοθετική επιταγή και μια ανεπιτήδευτη απλότητα όσον αφορά το φόρεμα του Μικρού Πρίγκηπα. Η κινησιολογική προσέγγιση της Έλενας Γεροδήμου, είχε μια τελετουργία, μια αθέατη ισορροπία μεταξύ αστείου και σοβαρού, ίσως και μια υποβόσκουσα λεπτή ειρωνεία και υποστήριξε σε σημαντικό βαθμό το λόγο. Οι μουσικές επιλογές και το ηχητικό τοπίο (όπου κυριαρχεί το Nature Boy του Nat King Cole) ήταν του Γιώργου Καλαϊδόπουλου, ενώ οι έξυπνοι, παιχνιδιάρικοι και υποβλητικοί φωτισμοί του Λευτέρη Παυλόπουλου ήταν καταλυτικοί στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας μυστηρίου που διέτρεχε το έργο.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου του Πειραιά, είδα μια παράσταση ενός παραμυθιού με πιο ενήλικη ματιά, όχι όμως απογυμνωμένου από την αθωότητα και την παιδικότητα της ίδιας του της φύσης. Η σκηνοθετική ματιά επιχείρησε να παρουσιάσει μια πιο σκοτεινή, πιο σκληρή πτυχή του, χωρίς φυσικά να φτάσει σε υπερβολές. Ίσως να του στέρησε λίγη αθωότητα, λίγο συναίσθημα, λίγο περισσότερο αυθορμητισμό, αλλά το σεβάστηκε και φέρνοντάς το πιο κοντά στην καθημερινότητα, υπογράμμισε τη διαχρονικότητα τω μηνυμάτων του. Οι ερμηνείες στην πλειονότητά τους υποστήριξαν το σκηνοθετικό όραμα και η όλη προσπάθεια είχε αισθητική και ισορροπία, αν και κάποιες στιγμές την ένιωσα να "ξεχειλώνει" οπτικά στη μεγάλη σκηνή.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.