Ο ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΠΡΑΟΥΝ - ΚΡΙΤΙΚΗ

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΠΡΑΟΥΝ - ΚΡΙΤΙΚΗ


3.4/5 κατάταξη (8 ψήφοι)

Την κινηματογραφική επιτυχία του Rainer Werner Fassbinder "Ο Γάμος της Μαρίας Μπράουν" (Die Ehe der Maria Brown) διασκευάζει και σκηνοθετεί στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων ο Γιώργος Σκεύας. Υπήρξε μία από τις πιο γνωστές ταινίες του Γερμανού σκηνοθέτη, ενός από τους εκπροσώπους του Νέου Γερμανικού Κινηματογράφου, γυρισμένη το 1979. Είναι το πρώτο μέρος μιας τριλογίας με την ιστορία της Γερμανίας σε πρώτο πλάνο, την εποχή μετά την πτώση του Ναζισμού και της απαρχής του "οικονομικού θαύματος". Η Μαρία παντρεύεται το Χέρμαν μεσούντος του πολέμου και μένουν μαζί για μισή μέρα και μία ολόκληρη νύχτα πριν αυτός φύγει για το Ανατολικό Μέτωπο. Η πληροφορία ότι είναι νεκρός μετά από κάποια πολεμική σύρραξη, την οδηγεί στο να προσπαθήσει να ξαναφτιάξει τη ζωή της και να ορθοποδήσει προσωπικά και οικονομικά στα ερείπια που άφησε πίσω του ο πόλεμος. Γνωρίζει κάποιον σε ένα μπαρ που δουλεύει και μόλις αρχίζει να αναπτύσσεται μία τρυφερή ιστορία μεταξύ τους, ο Χέρμαν, τραυματισμένος, επιστρέφει για να διεκδικήσει τη σύζυγό του. Σε ένα ατυχή καυγά των τριών, η Μαρία σκοτώνει τη γνωριμία της, υπερασπιζόμενη το σύζυγό της και αυτός φορτώνεται πάνω του το έγκλημα και πηγαίνει στη φυλακή. Από εκεί την προτρέπει να φτιάξει εκ νέου τη ζωή της, ενώ αυτός εκτίει την πολυετή ποινή του, μέχρι να βγει και μπορέσουν να είναι ξανά μαζί. Αυτή γνωρίζεται με ένα βιομήχανο υφασμάτων, αρκετά μεγαλύτερό της, ο οποίος της προσφέρει την ευκαιρία για επαγγελματική ανέλιξη και οικονομική ανεξαρτησία, με τον οποίο αρχίζει και αναπτύσσεται και μία συναισθηματική έλξη. Η αποφυλάκισή του συζύγου θα περιπλέξει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Η μετάφραση και η διασκευή του αρχικού κειμένου έγινε από το σκηνοθέτη και είχε ελάχιστα προβλήματα με την απόδοσή του στα Ελληνικά.

Ο Γιώργος Σκεύας αναλαμβάνει τη σκηνοθεσία της παράστασης, επιχειρώντας να εντάξει τους ήρωες του έργου στο κλίμα και την ατμόσφαιρα της κατεστραμένης μεταπολεμικής Γερμανίας. Μεταφερόμενο στο θέατρο διατήρησε μια κινηματογραφική παράμετρο σύντομων εναλλαγών των σκηνών, η οποία ένιωσα τις περισσότερες φορές να αφήνει τα νοήματα ανολοκλήρωτα και να μην προλαβαίνει να δημιουργήσει εικόνες και συναισθήματα που θα μείνουν χαραγμένα στο νου. Η δράση αποσπασματική, δεν προλαβαίνει να βάλει στο κλίμα της το θεατή και να τον εισάγει στη δίνη των προσωπικών εξελίξεων των ηρώων. Η λεκτική και συναισθηματική αντιπαράθεσή τους γίνεται ελαφρά αποστειρωμένη και τόσο στιλιζαρισμένη που δε φτάνει στο κοινό, δεν το αγγίζει, αλλά το προσπερνά. Τα σκηνικά κάδρα επαναλαμβάνονται, αλλά μοιάζουν ψυχροί πίνακες κρεμασμένοι σε τοίχο, χωρίς την παλλόμενη ένταση που θα τα μετέφεραν στην ψυχοσύνθεση του θεατή. Μοιραία, οι εντάσεις και οι δραματικές κορυφώσεις δεν έχουν τη δυναμική που θα μπορούσαν να είχαν και οι ερμηνείες των ηθοποιών είναι συχνά αποστασιοποιημένες και μη ρεαλιστικές.

Η Λένα Παπαληγούρα στο ρόλο της Μαρίας Μπράουν δείχνει να θέλει να μπει στην ψυχοσύνθεση του χαρακτήρα που ερμηνεύει, αλλά να μην του δίνει τις εκφραστικές διαστάσεις που αξίζει. Με επίπεδη φωνή που σπάνια αλλάζει οκτάβα, κίνηση που δείχνει προμελετημένη και ελεγχόμενα φοβική ή ναρκισσιστική, λίγες εξάρσεις που και αυτές δείχνουν στιλιζαρισμένες, δεν αποδίδει το πραγματικό ψυχολογικό, ηθικό και πνευματικό υπόβαθρο του ρόλου αυτού. Και τελικά δεν ένιωσα να μπαίνω ποτέ στην ουσία του χαρακτήρα που ερμήνευσε και την όλη του διαδρομή.
Ο Μάξιμος Μουμούρης υποδύεται το Χέρμαν και ακολουθεί και αυτός μια ανάλογη ερμηνευτική γραμμή. Συχνά ο λόγος του ένιωσα σα να αφορούσε κάποιον άλλο και όχι ένα χαρακτήρα που έχει υποφέρει απίστευτα δεινά τόσο σωματικά, όσο και ψυχολογικά στην πορεία της ζωής του. Και δεν αισθάνθηκα ποτέ να με αγγίζει το εύρος των συναισθημάτων του για τη γυναίκα του.
Ο Γιάννης Νταλιάνης ερμηνεύει το βιομήχανο Καρλ Όσβαλντ και είναι ο μόνος που προσεγγίζει τον ήρωά του σε μια πιο ρεαλιστική βάση, χωρίς ιδιαίτερα ερμηνευτικά κλισέ και μη διστάζοντας να εξωτερικεύσει συναίσθημα και να το αποτυπώσει στην έκφραση του προσώπου του. Αντίστοιχα, οι παλμοί των εντάσεων και των δραματικών του κορυφώσεων φτάνουν στο θεατή και τον εμπλέκουν αποτελεσματικά στην εύθραυστη ψυχολογία του χαρακτήρα του.
Η Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη στο ρόλο της μάνας της Μαρίας Μπράουν ερμηνεύει πολύ πιο αντιπροσωπευτικά τη μιζέρια και την απόγνωση του πολέμου και των παθών του, αλλά παίζοντας τη γραμματέα των Καρλ Όσβαλντ και Μαρίας Μπράουν δεν ξεφεύγει και αυτή από το στιλιζάρισμα και μια άνευρη απόδοση της ηρωίδας αυτής. Ο Νίκος Γεωργάκης ως γιατρός της οικογένειας και μετέπειτα σύντροφος της μητέρας της Μαρίας Μπράουν, καταφέρνει να δώσει με επαρκή και κατανοητό τρόπο, όλη την πνευματική και ψυχολογική κόπωση του χαρακτήρα του και τη μερική παραίτησή του από τη ζωή, μέχρι να βρει κίνητρο επανεκκίνησης με τη συναισθηματική εμπλοκή του σα μια τελευταία αναλαμπή διαύγειας. Τέλος, ο Γιώργος Συμεωνίδης παίζει πολλούς μικρούς ρόλους, συμπληρώνοντας γενικά με συνέπεια το ερμηνευτικό παζλ της παράστασης, με αυτόν του νέγρου Μπιλ να είναι η πληρέστερη και πιο ουσιαστική του στιγμή.

Τα σκηνικά του Άγγελου Μέντη λιτά, αλλά περιεκτικά νοημάτων και συμβολισμών, με το μπιλιάρδο στο κέντρο να αποτελεί ένα στίβο παιχνιδιού ικανοτήτων και ανάδειξης υπόγειων εντάσεων του ψυχισμού των χαρακτήρων.
Τα κοστούμια του ίδιου στην πλειονότητά τους έντυσαν με επάρκεια τους ήρωες και αποτέλεσαν μαρτυρία της κοινωνικής ανέλιξης της Μαρίας Μπράουν.
Η μουσική της Σήμης Τσιλαλή δεν πλαισίωσε τις εντάσεις με νότες, με τρόπο που θα τις κλιμάκωνε και θα τις έκανε συνοδευτικές του λόγου. Οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη εστίαζαν στην πλειονότητα των σκηνών σωστά και αποτύπωσαν εύστοχα τις σκιές του ψυχισμού των ηρώων.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Θεάτρου της οδού Κυκλάδων, είδα τη θεατροποίηση μιας μεγάλης κινηματογραφικής επιτυχίας, χωρίς όμως την απαιτούμενη προσαρμογή του ρυθμού και της ατμόσφαιρας των περιγραφόμενων καταστάσεων στα θεατρικά προαπαιτούμενα και δεδομένα. Σύντομες και άνευρες σκηνές, αποστειρωμένος και επίπεδος λόγος, συναισθήματα που υπονοούνται, αλλά σπάνια εκφράζονται ανοικτά με εκφράσεις ή κίνηση και με ερμηνείες που δεν αφήνονται να προσεγγίσουν πνευματικά και συναισθηματικά το θεατή. Κι έτσι το τελικό αποτέλεσμα με άγγιξε και με ταξίδεψε λίγες φορές στον κόσμο που αρχικά συνέλαβε και δημιούργησε ο Fassbinder.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.