Ο ΚΑΤΩ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ | ΚΡΙΤΙΚΗ

Ο ΚΑΤΩ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ | ΚΡΙΤΙΚΗ


4.6/5 κατάταξη (16 ψήφοι)

«Ο κάτω Παρθενώνας», το νεοελληνικό θεατρικό έργο του Μηνά Βιντιάδη,παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο αθηναϊκό κοινό, άρτια σκηνοθετημένο από την εύστοχη Βάνα Πεφάνη και έξοχα ερμηνευμένο από δύο πολύπειρους ηθοποιούς, τον Λεωνίδα Κακούρη και τον Χρήστο Σαπουντζή.
Πρόκειται για ένα σύγχρονο παραμύθι στην Ελλάδα της κρίσης, της αμηχανίας, του χρέους, που φωτίζει αλήθειες για την πραγματική ζωή μ΄ ένα μικρό ψέμα. Ένα αληθοφανές κωμικό δράμα ανθρώπων σε υπαρξιακή κρίση, που αναζητούν διακαώς την προσωπική τους εξιλέωση με όποιο κόστος.

Στο στόχαστρο του συγγραφέα, δύο εκ διαμέτρου αντίθετοι κόσμοι. Ο «Νεόπτωχος» γιάπης, μεγαλοστέλεχος επενδυτικής εταιρείας, έχει καταστραφεί οικονομικά από τις λανθασμένες επιλογές του και βρίσκεται σε πλήρη απόγνωση. Ο «Νεοάστεγος» κλοσάρ, κάτοικος του «Κάτω Παρθενώνα», απαλλαγμένος από καθετί περιττό, έχει βρει το νόημα της ζωής του. Οι δύο ήρωες συναντιούνται ένα τυχαίο απόγευμα στο πολυτελές διαμέρισμα του άρτι χρεωκοπημένου χρηματιστή, για ένα προσχεδιασμένο συμβόλαιο θανάτου, με τη δελεαστική αμοιβή των 50.000€. Ο γιάπης απαιτεί από τον άστεγο να τον σκοτώσει, αφενός για να λυτρωθεί από τον μελλοντικό ηθικό εξευτελισμό του, αποκαθιστώντας την υστεροφημία του και αφετέρου για να εξασφαλίσει την οικογένειά του με την παχυλή αποζημίωση της ασφαλιστικής εταιρίας, σε περίπτωση θανάτου και όχι αυτοκτονίας. Ο άστεγος, τελικά, αποδεικνύεται σωτήριος φύλακας- άγγελος του γιάπη, το alter ego του, αφού σκηνοθετεί τη δολοφονία του, δίνοντάς του μία δεύτερη ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει τη ζωή του.

«Ο Κάτω Παρθενώνας» είναι ένα κείμενο σύγχρονο, ρεαλιστικό, αιχμηρό, ωμό με ψήγματα ανθρωπιάς και ευαισθησίας που σε κερδίζει αμέσως. Ένα σκληρό παιχνίδι ζωής ή θανάτου, αποκαλύψεων και συγκρούσεων με αρωγό την αλήθεια και το ψέμα. Ο τίτλος σαρκαστικός, εγκιβωτίζει μία βαθιά ειρωνεία. Ο Παρθενώνας, το ύψιστο ιδανικό της χώρας και ένα από τα σπουδαιότερα μνημεία του κόσμου, γίνεται καταφύγιο ημι-νομαδικής διαβίωσης των νεόπτωχων, των νεοάστεγων και όλων των θυμάτων της οικονομικής και πολιτικής κρίσης.

Κοινός παρονομαστής των δύο φαινομενικά αντίθετων ηρώων, αποδεικνύεται τελικά η ανθρώπινη επαφή. Ο χρηματιστής έχει θυσιάσει τον εαυτό του και την ουσιαστική επικοινωνία με τους γύρω του στον βωμό του χρήματος. Ο άστεγος, ζώντας έναν αντισυμβατικό τρόπο ζωής από ιδεολογία, εμφανίζεται πιο συνειδητοποιημένος και πιο ισορροπημένος. Μολαταύτα, και οι δύο χαμένοι στον μικρόκοσμό τους, εμφανίζουν την ανάγκη να επικοινωνήσουν και να έρθουν πιο κοντά. Στο τέλος, μία φιλία γεννιέται ανάμεσά τους καθώς ο ενδιάμεσος καθρέφτης σπάει οριστικά, οι μάσκες πέφτουν και το χρώμα εισβάλλει στο ασπρόμαυρο φόντο της ζωής τους.

Γόνιμη, σφιχτοδεμένη και ευέλικτη η σκηνοθετική προσέγγιση της Βάνας Πεφάνη , η οποία ως τρίτο μάτι , αναδεικνύει με ειλικρίνεια και ευσυνειδησία τις βαθύτερες στιβάδες του ανθρώπινου ψυχισμού και “διαβάζει” σωστά το έργο με σκηνογραφικούς ελιγμούς που οριοθετούν την ταχεία δράση. Μία συγκροτημένη θεατρική συνθήκη με παλμό, κοφτερούς διαλόγους, αναδυόμενο χιούμορ, ελαφριά ειρωνεία, καίριες ατάκες, συναισθηματικές διακυμάνσεις, αλήθεια και πολλαπλά μηνύματα από την αρχή μέχρι το τέλος.

Η σκηνική κατασκευή του Γιώργου Λυντζέρη μοιάζει με εκούσια υπερπολυτελή φυλακή με όλες τις σύγχρονες ανέσεις, που αλλάζει σχήμα και δομή ανάλογα με τις διαθέσεις των ηρώων, συμβάλλοντας στην εξέλιξη της δράσης. Οι ενδυματολογικές επιλογές του ίδιου, απόλυτα πιστές στο ύφος του κειμένου.

Ευκρινείς οι φωτιστικές δημιουργίες του Βασίλη Κλωτσοτήρα και ενδεικτική η πρωτότυπη μουσική του Οrestis.

Το ερμηνευτικό δίδυμο υποστηρίζει το δραματουργικό βάθος του κειμένου με υποκριτική ευγλωττία και ακεραιότητα, καθώς η σκηνική τους χημεία ως Νεοάθλιοι είναι ιδιαίτερα επιτυχημένη στο σανίδι.

Ο παιγνιώδης Λεωνίδας Κακούρης ενσαρκώνει με γαλήνιες κινήσεις, νηφαλιότητα και ευθυβολία τον άστεγο τύπο που διαθέτει πνευματική καλλιέργεια, αυτογνωσία, ωριμότητα. Αποφασισμένος να ζει με τα απολύτως απαραίτητα, απολαμβάνει την ελευθερία και την ψυχική του ηρεμία, ακολουθώντας τη μποέμ ζωή του στον «Κάτω Παρθενώνα». Για εκείνον, το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία στον άνθρωπο.

Ο καίριος Χρήστος Σαπουντζής σκιαγραφεί τον χρεωκοπημένο χρηματιστή με πειστικότητα, συνέπεια και δυναμισμό. Με χαμηλή αυτοπεποίθηση και αυτοσεβασμό, ο κατά συνθήκη ισχυρός επιλέγει μία ακραία λύση για το προσωπικό του δράμα. Θεωρεί πως η δολοφονία του θα είναι λυτρωτική για όλους. Πίσω από την οικονομική του καταστροφή, υποβόσκει μία τεράστια ηθική παρακμή που τον συνθλίβει.

Εν κατακλείδι, συνοικία «Κάτω Παρθενώνας» – αθηναϊκή ελίτ σημειώσατε ένα. Ένα κωμικό δράμα, just to the point, για την Ελλάδα του ευ ζην ή του ζην ευ, όπου ένα μαχαίρι μπορεί να σκοτώσει ή να κόψει τα δεσμά. Ιδού το δίλημμα.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.