«Η ΜΟΝΙΚ ΔΡΑΠΕΤΕΥΕΙ» | ΚΡΙΤΙΚΗ

«Η ΜΟΝΙΚ ΔΡΑΠΕΤΕΥΕΙ» | ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 κατάταξη (2 ψήφοι)

          Κάθε συγγραφικό πόνημα του Εντουάρ Λουί μοιάζει με ένα μικρό κομμάτι του παζλ της ζωής του. Ενός αγώνα διάρκειας με ένταση, δυσκολίες, πολυπλοκότητα και θάρρος. Η βία πάντα παρούσα και επαναλαμβανόμενη. Η λιτή, γεμάτη συναίσθημα, κοφτή γραφή του επιδιώκει την έκθεση και το ξεβόλεμα των ανθρώπων, καθώς κάθε προσωπικό του βίωμα γίνεται πολιτική κραυγή. Ένα μανιφέστο με ουσία όπου χαρτογραφεί όλες τις εκφάνσεις της βίας στην κοινωνία. Έτσι, και στο τελευταίο του βιβλίο γράφει για τη μητέρα του και το χρονικό του δικού της αγώνα προς την ελευθερία.
          Ένα τηλεφώνημα μέσα στη νύχτα, μία φωνή που τρέμει. Στην άλλη γραμμή ένας γιος που ακούει τη μητέρα του πανικόβλητη. Τη συμβουλεύει να πάρει λίγα πράγματα και να φύγει από το σπίτι. Κάπως έτσι ξεκινάει μια νέα αρχή με πολύ φόβο, με αβεβαιότητα, ίσως και με ντροπή. Για πρώτη φορά στη ζωή της, η Μονίκ νιώθει ελεύθερη και απαλλαγμένη από κάθε είδους σωματικό και ψυχολογικό φορτίο. Δεν έχει να πλύνει, να καθαρίσει, να μαγειρέψει, να υπομείνει. Ανακαλύπτει τη γαλήνη και τη σιωπή ενός σπιτιού που δεν απαιτεί τίποτα πλέον. Δεν είναι υποχείριο του κακοποιητή συντρόφου της, που την έβριζε και τη μείωνε καθημερινά.
          Το «Η Μονίκ δραπετεύει» αφηγείται την προσπάθεια ενός γιου να σώσει τη μητέρα του από μια κακοποιητική σχέση και να τη βοηθήσει να σταθεί στα πόδια της. Πώς μπορεί, όμως, να ξεφύγει μία γυναίκα λαϊκής καταγωγής, αποδέκτης μιας επαναλαμβανόμενης βίας με ένα φαινομενικά προδιαγεγραμμένο μέλλον, χωρίς οικονομική άνεση και στήριξη; Ή ορθότερα, μπορεί μία τέτοια γυναίκα να ξεφύγει; Ο Λουί περιγράφει βήμα βήμα το σχέδιο διαφυγής, υιοθετώντας έναν λιτό, αγωνιώδη παλμό στην αφήγηση, καθώς ενέχει το στοιχείο της δραπέτευσης, της φυγής.
          Για πρώτη φορά το ομότιτλο βιβλίο διασκευάζεται για το θέατρο. Το σκηνικό σύμπαν του Γιώργου Σουλεϊμάν ξεκινά σε ένα 24ωρο φαστφουντάδικο, όπου μάνα και γιος καταλήγουν μετά από την πρεμιέρα της παράστασης «Αγώνες και Μεταμορφώσεις μιας γυναίκας» στο Αμβούργο, όπου ήταν η κύρια προσκεκλημένη. Η παράσταση αφορούσε την πραγματική ζωή της Μονίκ. Τότε που ζούσε υπό καθεστώς φτώχειας, βίας και κοινωνικής καταπίεσης, για να μεταλλαχθεί εντέλει σε μια ελεύθερη υπάρξη, αναδεικνύοντας τη δύναμη της αλλαγής και την ανθεκτικότητα του ανθρώπινου πνεύματος. Τρώγοντας junk food, θα μιλήσουν για όλα τα «ανείπωτα» που σημάδεψαν τις ζωές τους, θα προσπαθήσουν να συγχωρήσουν, θα κάνουν σχέδια, θα έρθουν πιο κοντά.
          Ο Εντουάρ Λουί γράφει απλά, λιτά, κοφτερά με συναίσθημα. Ο Γιώργος Σουλεϊμάν σκηνοθετεί τρυφερά με κινηματογραφική πνοή μία ιστορία χαράς. Πλάθει εικόνες, ήχους, σιωπές, βλέμματα που αναπνέουν με τη δράση. Κι έχει στο πλευρό του μία ωραία ομάδα. Η εύθραυστη Θέμις Μπαζάκα και ο φέρελπις Δημήτρης Φουρλής, ο οποίος μοιάζει εκπληκτικά στον συγγραφέα, έχουν αναπτύξει κώδικες επικοινωνίας και η χημεία τους είναι εμφανής. Μία σχέση αγάπης, φροντίδας, ενσυναίσθησης. Δίπλα τους, ο μουσικός Capétte δημιουργεί ηχοτοπία ζωτικής σημασίας για τους ήρωες.
          Τα σκηνικά (Θάλεια Μέλισσα) και τα κοστούμια (Αλέξανδρος Γαρνάβος) είναι μέσα στο πνεύμα της σκηνοθεσίας. Οι φωτισμοί (Ζωή Μολυβδά Φαμέλη) και η κίνηση (Αγγελική Τρομπούκη) συνάδουν.
          Η ζωή της ήταν, μέχρι τώρα, μία ζωή για τους άλλους. Από «ασήμαντη και αόρατη», η Μονίκ έγινε σύμβολο γυναικείας ενδυνάμωσης. Πόσο δύσκολο είναι να τηλεφωνείς στο παιδί σου για να σε σώσει; Πόσο έχεις παλέψει μέσα σου και πόσες πληγές έχεις κρύψει; Τρυφερή παράσταση που αγγίζει ευαίσθητες χορδές.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.