«ΤΟ ΡΟΔΟ ΕΙΝΑΙ ΡΟΔΟ» | ΚΡΙΤΙΚΗ

«ΤΟ ΡΟΔΟ ΕΙΝΑΙ ΡΟΔΟ» | ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 κατάταξη (56 ψήφοι)

          Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών - Επιδαύρου παρουσιάζεται το πρωτότυπο έργο της Κατερίνας Λούβαρη-Φασόη «ΤΟ ΡΟΔΟ ΕΙΝΑΙ ΡΟΔΟ», το οποίο σκηνοθετεί ο Παντελής Δεντάκης.
          Η παράσταση, εμπνευσμένη από τον επίλογο της τραγικής ιστορίας της Δήμητρας (κατά κόσμον Δημήτρη Καλογιάννη) από τη Σκάλα Συκαμιάς της Λέσβου, μιλάει για την τυφλότητα και τη βαρβαρότητα των ανθρώπων, τον ρατσισμό, την πατριαρχία, την αγκαλιά της αποδοχής, το δικαίωμα να ζεις με αξιοπρέπεια. Μιλάει για όλα εκείνα τα καταπιεσμένα, αδύναμα, «αλλόκοτα» πλάσματα - τα μη κοινωνικά αποδεκτά - που αγωνίζονται για να ζήσουν και που αντιμετωπίζονται με τόσο χλευασμό, που τελικά χάνονται σαν να μην υπήρξαν ποτέ.
          Η Διονυσία είναι η καλοσυνάτη ηρωίδα του έργου. Ζει απομονωμένη σε ένα παλιό σπίτι παρέα με τα λουλούδια, τις γάτες και τη μουσική της. Φοράει γυναικεία ρούχα και κοσμήματα, τραγουδάει και χορεύει ασταμάτητα, κολυμπάει σε ερημικές παραλίες, πιστεύει βαθιά στον άνθρωπο. Αν και έχει δεχτεί μίσος και βία, οικογενειακό και κοινωνικό αποκλεισμό, ονειρεύεται έναν κόσμο γεμάτο αγάπη και καλοσύνη μέσα από το αθώο της βλέμμα. Ακόμα και τη στιγμή που τη βιάζουν και την ξυλοκοπούν αλύπητα, εκείνη καλωσορίζει ανακουφισμένη τον θάνατο και συγχωρεί τους δυνάστες της.
          Είναι μια παράσταση άψογα δουλεμένη δραματουργικά, με συνέπεια, ρυθμό, συγκίνηση, αλλά και βία. Ο σκηνοθέτης Παντελής Δεντάκης, αντλώντας υλικό από την ιστορία της Δήμητρας, από το κήρυγμα αγάπης του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και τις επιστολές του «παράξενου» Αντονέν Αρτό, σκύβει με σεβασμό και ενσυναίσθηση πάνω στο κείμενο, για να ανασύρει την αληθινή του υπόσταση και να αναδείξει το χάσμα των ανθρώπων - των φαινομενικά «φυσιολογικών» και των «μολυσμένων», καθώς και τη δύναμη της αγάπης και της συγχώρεσης.
          Στο έργο επικρατούν τρεις εικόνες. Η πρώτη εμπεριέχει την αναπάντεχη επίσκεψη του νεαρού συντηρητικού Τζώρτζη στο σπίτι της Διονυσίας, το πλησίασμα και την τρυφερότητα μεταξύ δύο διαφορετικών ανθρώπων. Αν και αυτοσκοπός του είναι να της κάνει κακό, στην πορεία αλλάζει εξαιτίας της αθωότητας της Διονυσίας.
          Στη δεύτερη εικόνα βλέπουμε ωμό ρεαλισμό. Ένα ζοφερό περιβάλλον μη κατανόησης και αποδοχής, με λεκτική και σωματική βία από εφήβους, οι οποίοι μετατρέπονται σε δήμιους της που την εξευτέλιζουν, την βασανίζουν, την πονούν πολύ.
          Η τρίτη εικόνα χαρακτηρίζεται ως ονειρική και λυτρωτική. Είναι η εξιλέωση και η συγχώρεση των προσώπων. Η Διονυσία, σε εμβρυακή στάση, αναφέρει στον Τζώρτζη ένα όνειρο που είδε. Και μας έρχονται δάκρυα στα μάτια, γιατί είναι το τέλος της Δήμητρας, που κατέρρευσε μετά τον βιασμό, που έπεσε θύμα τροχαίου και εγκαταλείφθηκε αιμόφυρτη στην άσφαλτο το 2021 και που η σορός της ήταν σε μια σακούλα στα αζήτητα για σχεδόν δύο μήνες. Σαν ένας άλλος Ιησούς, προσεύχεται για τη σωτηρία τόσο της δικής της ψυχής, όσο και όλων των ανθρώπων, επιζητώντας την αιώνια καλοσύνη και αγάπη.
          Δε μπορούσα, πραγματικά, να πάρω τα μάτια μου από τον Χρήστο Στέργιογλου. Μία «αγία» περσόνα επί σκηνής, με την ευαισθησία του πληγωμένου ψυχισμού της, το μεγαλείο της ανιδιοτελούς αγάπης της, την αλήθεια της καρδιάς της, την ειλικρίνεια στα μάτια της σε μια ερμηνεία υποδειγματική. Τι να πρωτοδείς; Τις κινήσεις του, τα βλέμματά του, τις σιωπές του; Μαγικός πραγματικά!
          Και οι νεαροί ηθοποιοί δεν υστερούν διόλου στην υποκριτική τους. Πειστικοί, με πάθος και ένταση δρουν στη δεύτερη σκηνή οι Θανάσης Κρομλίδης, Βασίλης Ντάρμας και Γιάννης Σέρρης, δείχνοντας τι σημαίνει να είσαι ρατσιστής, «κουφός και τυφλός» σε κάτι που δε θεωρείς φυσιολογικό και αποδεκτό.
          Ο Γιάννης Παπαδόπουλος σκιαγράφησε τον «Τζώρτζη» με ακρίβεια και αμεσότητα. Είναι ο νέος επαρχιώτης, που ναι μεν στέκεται επικριτικά απέναντι στη διαφορετικότητα, αλλά κατά βάθος είναι ανοιχτός στις νέες προκλήσεις. Συμμετέχει στο έγκλημα, αλλά μετανιώνει πραγματικά για το κακό που προκάλεσε.
          Σκηνικά του Νίκου Δεντάκη και της Κατερίνας Μόσχου, κοστούμια της Κικής Γραμματικοπούλου, φωτισμοί του Αποστόλη Κουτσιανικούλη, ηχοτοπία του Νίκου Κυπουργού, κίνηση της Σεσίλ Μικρούτσικου, όλα αρμονικά μέσα στο παιχνίδι.
          Ήταν κάποτε, λοιπόν, ένα πλάσμα αθώο που μόνο αγάπη είχε στην καρδιά του. Κι ένιωσε όλη τη βαρβαρότητα του κόσμου, γιατί δεν ήταν «κανονικό». Ήταν κάποτε η Διονυσία ή Διονύσης ή Δήμητρα ή Δημήτρης. Δεν έχει σημασία το όνομα, γιατί πέταξε, πλέον, μακριά, ελεύθερο. Το ρόδο είναι ρόδο, εξάλλου, όπως κι αν το πεις.
          Θέατρο όπως μας αξίζει, χωρίς γραφικότητες και διδακτισμούς. Μια διαδικασία αυτοκριτικής και αυτογνωσίας. Ίσως έτσι γίνει λίγο καλύτερος ο κόσμος μας. Συγνώμη Δήμητρα που δε σε αγαπήσαμε πραγματικά…


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.