«ΤΣΙΤΑΧ» | ΚΡΙΤΙΚΗ

«ΤΣΙΤΑΧ» | ΚΡΙΤΙΚΗ


4.9/5 κατάταξη (61 ψήφοι)

          «Τσιτάχ» είναι το παρατσούκλι του βετεράνου τερματοφύλακα της Εθνικής Ελλάδος. Είναι καλεσμένος για να μιλήσει στους μαθητές ενός σχολείου με αφορμή την παγκόσμια ημέρα αθλητισμού. Ο άλλοτε θρύλος του ποδοσφαίρου, εμφανίζεται, πλέον, ως ο «αποδιοπομπαίος τράγος» της ζωής. Καταρακωμένος, απελπισμένος, έρημος αλλά με αντρίκια υπόληψη, δεν αποτελεί και το καλύτερο παράδειγμα προς μίμηση, αφού καπνίζει και πίνει μπροστά στο ανήλικο ακροατήριο.
Για τον Τσιτάχ, το ζήτημα της αξιοπρέπειας είναι ιερό. Ούτε η ευγενής άμιλλα, ούτε η χαρά της νίκης, ούτε η προσπάθεια τον αγγίζουν. Υπήρξε βράχος για τους συμπαίκτες του, για το «Λενάκι» του, για τον «Τασούλη». Ποτέ δεν πτοήθηκε, όσο κι αν κλωτσοπατήθηκε στο διάβα του. Ποτέ δεν άφησε την μπάλα από τα χέρια του, ακόμα και τη στιγμή που έπρεπε εσπευσμένα να μεταφερθεί αιμόφυρτος στο νοσοκομείο. Ο καλύτερος αγώνας της ζωής του ήταν εκείνος του τοπικού πρωταθλήματος μέσα στις λάσπες και τα αίματα. Η «στρογγυλή θεά» είναι το παράσημο, που πάντα κουβαλάει στο σακίδιό του. Όλη η ζωή του σαν κινηματογραφική ταινία. Κι όσο στήνει τις γόπες των τσιγάρων όρθιες στο θρανίο, τινάζοντας την στάχτη στις χούφτες του και έπειτα στην τσέπη του φούτερ του, θυμάται τη δυσκολότερη απόφαση που έπρεπε να πάρει στην καριέρα του. Πεντακόσια χιλιάρικα για ένα στημένο ματς.. Τέσσερα γκολάκια ήταν αρκετά για να σώσει μια ζωή, κόβοντας, όμως, τα φτερά της δικής του.
          Η ψυχή του δεν άντεχε τόσο εξευτελισμό και τόση ταπείνωση και ας ήταν πολλά τα λεφτά. Βάζοντας άθελά του τρικλοποδιά, πλήρωσε το τίμημα πολύ ακριβά, βυθίζοντας την ύπαρξή του στην απόλυτη ερημιά δίχως όνειρα και δίχως ευχές.
          Το κείμενο του Βασίλη Κατσικονούρη «Τσιτάχ. Η ερημιά του τερματοφύλακα», αν και αβανταδόρικο, υπήρξε σχετικά αδύναμο στις βασικές θεματικές του με μια προβλέψιμη πορεία. Ένιωσα ότι δεν εμβάθυνε ουσιαστικά στις αξίες που πρεσβεύει ο ήρωας και παρέμεινε μετέωρο με μια γλυκόπικρη γεύση.
          Η σκηνοθετική προσέγγιση, της Ερμίνας Κυριαζή με την αρωγή του Γιώργου Νινιού, λιτή και αυτοσχεδιαστική, ακολούθησε την πεπατημένη ενός μονολόγου με έμφαση στον άνθρωπο, τον κατακερματισμένο, τον βαθιά πληγωμένο. Εκείνον που κάνει το σάλτο μορτάλε, με τα χέρια ψηλά, για να σώσει ό,τι μπορεί.
          Ωστόσο, έξυπνο τέχνασμα η παρουσία μιας υπερμεγέθους κούκλας με βρώμικη ποδοσφαιρική ενδυμασία (κατασκευή του Βασίλη Βασιλάκη), δίπλα στον πρωταγωνιστή, να λειτουργεί συμβολικά ως alter ego του, χάριν και στους διεισδυτικούς φωτισμούς του Βασίλη Πετεινάρη.
          Ο Γιώργος Νινιός μας χαρίζει μια αξιέπαινη ερμηνεία. Άδιαμφισβήτητα, ο ηθοποιός ξέρει να «παίζει καλή μπάλα». Σπάνια εμφανίζεται στο θέατρο και η παρουσία του, κεντρίζει το ενδιαφέρον.
          Βλέποντας τον «Τσιτάχ» του, μου θύμισε ένα κράμα από Νίκο Αλέφαντο και Νίκο Σαργκάνη σε πάνελ ποδοσφαιρικών εκπομπών. Ο Νινιός κατορθώνει με ωριμότητα και πλήρη έλεγχο των υποκριτικών του ικανοτήτων, να ακροβατεί, για εβδομήντα λεπτά, μεταξύ χιούμορ και σπαραγμού, λαϊκής σοφίας, αφοπλιστικής αφέλειας και αυτοσαρκασμού. Ένας ρόλος κομμένος και ραμμένος στα μέτρα του -τόσο στα pic της συγκινησιακής φόρτισης όσο και στις πιο ανάλαφρες στιγμές του.
Μπορεί το κείμενο να μην έχει τους αναμενόμενους κραδασμούς, ομολογώ, όμως, ότι ο Γιώργος Νινιός είναι εξαιρετικός παίχτης. Και μόνο για αυτήν την ερμηνεία του, αξίζει να πάει κάποιος στο θέατρο «ΣΤΑΘΜΟΣ».


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.