170 ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΚΑ (MOONWALK) - ΚΡΙΤΙΚΗ

170 ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΚΑ (MOONWALK) - ΚΡΙΤΙΚΗ


3.7/5 κατάταξη (6 ψήφοι)

Το έργο του Γιωργή Τσουρή με τίτλο "170 Τετραγωνικά (Moonwalk)" σκηνοθετεί στο Από Μηχανής Θέατρο ο Γιώργος Παλούμπης.
Στην πόλη της Θήβας, δύο αδερφές και ο σύντροφος της μίας από αυτές ζουν κάτω από την ίδια στέγη (ένα σπίτι 170 τετραγωνικών), μετά τον πρόσφατο θάνατο του πατέρα των δύο κοριτσιών. Η μία, η μικρότερη, είναι έγκυος και προσπαθεί να στρώσει τη ζωή με το σύντροφό της, ενώ η μεγαλύτερη επέστρεψε στην πατρική στέγη μετά από μακρά απουσία, με σκοπό να την πουλήσει, για να ξεπληρώσει αυτά που χρωστάει. Η συμβίωσή τους είναι προβληματική και καθημερινά διανθίζεται από διαφωνίες και συγκρούσεις. Ποτέ δεν έχουν μιλήσει μεταξύ τους γι' αυτά που τις βαραίνουν ή εκείνα που στοίχειωσαν την παιδική τους ηλικία. Κρυμμένα μυστικά και πληγές του παρελθόντος κάνουν την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη, μέχρι να κάνει την απρόσμενη εμφάνισή του στο σπίτι τους ο Γρηγόρης, ο οποίος έρχεται θεωρητικά για μια εθιμοτυπική έκφραση συλλυπητηρίων και γίνεται ο καταλύτης των εξελίξεων. Μία αδέξια αποκάλυψή του για το οικογενειακό παρελθόν θα πυροδοτήσει νέα, μεγαλύτερη ένταση μεταξύ των πρωταγωνιστών της ιστορίας και θα φέρει μια σειρά από εκρήξεις και ανατροπές στις σχέσεις τους. Το παρόν και το μέλλον θέλουν να απαγγιστρωθούν από το χθες και να υπάρξουν αυτούσια και χωρίς σκιές. Τη δραματουργική επεξεργασία του κειμένου υπογράφουν ο σκηνοθέτης και η Βάλια Παπακωνσταντίνου.

Ο Γιώργος Παλούμπης στο σκηνοθετικό τιμόνι της παράστασης ακολουθεί το σύγχρονο και απόλυτα ρεαλιστικό τρόπο γραφής, με μία προσέγγιση σημερινή, συχνά στα όρια της σκληρότητας ή του κυνισμού, αλλά που ανταποκρίνονται στις κοινωνικές συμβάσεις του παρόντος. Δίνει χώρο και έμφαση στις παθογένειες της οικογένειας, της ελληνικής επαρχίας, της γειτονιάς και επεξεργάζεται σε βάθος τα ψυχολογικά ελλείμματα των χαρακτήρων και τα αδιέξοδά τους. Οι διάλογοι στις πρώτες σκηνές είναι αναγνωριστικοί, αλλά ενδεικτικοί της προσπάθειας να γνωρίσουμε τους ήρωες και να διαπιστώσουμε τα προβλήματα και τα συναισθηματικά κενά που κουβαλούν. Υπάρχει μια υπόγεια ένταση στο λόγο, η οποία μας δίνει μία πρόγευση για τη θυελλώδη συνέχεια στην εξέλιξη των σχέσεων. Οι ανατροπές δίνονται με μέτρο, τα συναισθήματα έχουν έντονες διακυμάνσεις και ο ρυθμός ανεβάζει συνεχώς στροφές, ώστε προς το τέλος να γίνεται εκρηκτικός. Ο λόγος είναι ζωντανός, άμεσος, αιχμηρός, έχει ενέργεια, συνεργάζεται αρμονικά με τη νευρική κίνηση των ηθοποιών στη σκηνή και τελικά απευθύνεται με αμεσότητα στο κοινό που παρακολουθεί και καταφέρνει να το παρασύρει στη δίνη του. Μου έλειψε λίγο η "σκιά" του πρόσφατα θανόντος πατέρα, ο οποίος με την προηγούμενη συμπεριφορά του αποτέλεσε την αιτία των τσακωμών των κοριτσιών, αφού υπήρχε μόνο μια μικρή κορνίζα με φωτογραφία να τον θυμίζει. Υπάρχουν οι αναγκαίες κωμικές ανάσες, οι οποίες αφενός αποφορτίζουν στιγμιαία την ένταση και αφετέρου παρατείνουν το σασπένς στο θεατή για τις εξελίξεις. Κανένας δεν είναι άμοιρος ευθυνών, κανένας δεν έχει το φωτοστέφανο του θύματος, όλοι περιστρέφονται γύρω από τις αδυναμίες τους και τα ελαττώματά τους. Μέχρι το τέλος (το οποίο έξυπνα αφήνει εναλλακτικές και πιθανότητες) όπου ο καθένας μετράει απώλειες και προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια του.

Η Βάλια Παπακωνσταντίνου είναι η Αλεξάνδρα, η αδερφή η οποία επέστρεψε στην οικογενειακή εστία μετά από 10 χρόνια απουσίας. Οξύθυμη, νευρική, ανικανοποίητη με τα πάντα, κρυψίνους, συχνά σαρκαστική ως και προσβλητική προς τους γύρω της, πλάθει με δυναμικό κι εύστοχο τρόπο μια νεαρή γυναίκα με πολλές πληγές του παρελθόντος που δεν έχουν κλείσει. Ίσως χρησιμοποίησε την ειρωνεία λίγο περισσότερο απ' όσο χρειαζόταν, αλλά οι εκφράσεις της συνόδευαν αρμονικά το λόγο και ήταν συνεπής στις απαιτήσεις της ηρωίδας της. Η Αμαλία Αρσένη ερμηνεύει τη Λίλη, η οποία συζεί με έναν άντρα που γνωρίζει λίγο και είναι έγκυος στο πρώτο τους παιδί. Φοβική, ανήσυχη, πιο συναισθηματική από την αδερφή της και με την εσωτερική της σύγχυση να αποτυπώνεται στο πρόσωπό της και τα σπασίματα της φωνής της, δείχνει να αναζητά με αγωνία τη σταθερότητα και την ηρεμία στη ζωή της. Εκφραστική, παθιασμένη, δίνει μία από τις πιο ώριμες και συγκροτημένες ερμηνείες της καριέρας της.
Ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος υποδύεται τον Άγγελο, το σύντροφο της Λίλης, που δέχεται με υπομονή και συγκατάβαση τις "μπηχτές" της Αλεξάνδρας. Θέλει να αποτελέσει το σταθεροποιητικό βρόχο της οικογένειας και ενεργό μέλος της. Η μόνη αδυναμία του ήταν ο ενίοτε επίπεδος τόνος φωνής, σε σκηνές που ο λόγος ήθελε περισσότερο χρώμα για να υπογραμμιστούν οι εντάσεις του. Η συναισθηματική και σωματική του έκρηξη προς το τέλος της παράστασης είναι σχεδόν υποδειγματική και εξαιρετικά δουλεμένη.
Ο Γιωργής Τσουρής στο ρόλο του αδέξιου και λίγο αφελούς Γρηγόρη, δημιουργεί μια κωμική μεν, αλλά αυθόρμητα συμπαθητική περσόνα, που προσπαθεί να κερδίσει τη εύνοια, την αναγνώριση και τελικά την αποδοχή των άλλων. Ανταποκρίθηκε με άνεση και εκφραστικότητα στις αστείες ατάκες του ήρωά του, έβγαλε συναίσθημα και ευαισθησία στη σκηνή, ενώ η τραγουδιστική και χορευτική του απόδοση στο τραγούδι του Michael Jackson κέρδισε το αυθόρμητο χειροκρότημα της πλατείας. Τέλος, η Άννα Πατητή ήταν η γειτόνισσα, μια τυπική κουτσομπόλα μικρής επαρχιακής πόλης, που θέλει να χώνει τη μύτη της παντού και να σχολιάζει. Αν και είχε σαφώς μικρότερη συμμετοχή, δημιούργησε με ευκρίνεια έναν απόλυτα αντιπροσωπευτικό και χαρακτηριστικό τύπο γυναίκας της επαρχίας, χωρίς να τον κάνει καρικατούρα. Η ομάδα είχε πολύ καλή σκηνική χημεία και ήταν προσεκτικά και λεπτομερειακά δουλεμένη τόσο στο λόγο όσο και στην κίνησή της.

Το σκηνικό των Κωνσταντίνας Μαρδίκη και Έλλης Παπαδάκη ήταν ένα έξυπνο και λειτουργικό σαλόνι-καθιστικό, πού απέδωσε την άνεση και την ευρυχωρία των 170 τετραγωνικών του σπιτιού και συνέβαλε στο να μπουν οι θεατές στο πνεύμα της ιστορίας από την αρχή.
Τα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα ήταν καθημερινά, σημερινά και ταίριαξαν με τις ιδιαιτερότητες της ψυχοσύνθεσης του κάθε χαρακτήρα.
Η μουσική του Γιωργή Τσουρή με βαριά λαϊκά άσματα, αλλά και επιλογές από Michael Jackson δένει έξυπνα με το λόγο και το περιβάλλον.
Οι φωτισμοί της Σεμίνας Παπαλεξανδροπούλου έδωσαν ατμόσφαιρα στις συγκρούσεις των ηρώων, αν και κάποια πλάνα από τις συγκρούσεις τους (ειδικά των δύο κοριτσιών) ήταν πιο γενικά απ' ότι περίμενα.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Από Μηχανής Θεάτρου, παρακολούθησα μια παράσταση ενός απόλυτα φρέσκου κειμένου, που ανταποκρίνεται στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα και θέτει ερωτήματα ως προς τις σύγχρονες οικογενειακές δομές και τους προβληματικούς δεσμούς που δημιουργούν. Η σκηνοθετική οπτική απόλυτα ρεαλιστική, φλερτάρει συχνά με την ωμότητα, όχι για να προκαλέσει, αλλά για να δώσει τροφή για σκέψη, έχει ρυθμό και κρατά με επιτυχία τις λεπτές ισορροπίες του έργου, ενώ οι ανατροπές δεν αφήνουν το θεατή να χαλαρώσει ή να βαρεθεί ούτε στιγμή. Η ερμηνευτική ομάδα συμπαγής, καλοκουρδισμένη, με πολύ καλές συνεργασίες στη σκηνή, βγάζει ενέργεια και ταλέντο και συμβάλλει τα μέγιστα στην επιτυχία του όλου εγχειρήματος.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.