«KILLER JOE» | ΚΡΙΤΙΚΗ

«KILLER JOE» | ΚΡΙΤΙΚΗ


4.9/5 κατάταξη (26 ψήφοι)

          Ιδιαιτέρως αιχμηρή αποδεικνύεται η πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του Γιάννη Στάνκογλου, με το έργο «KILLER JOE» του Tracy Letts στο θέατρο «ΕΜΠΟΡΙΚΟΝ».
          Μια ιστορία φόνου, μέσα στην απόλυτα αποσαθρωμένη οικογένεια του αμερικανικού Νότου. Μια οικογένεια φτωχή, χωρίς τις «ευγενείς» ηθικές αξίες. Οι ήρωες είναι το κατακάθι της κοινωνίας, άνθρωποι με κατεστραμμένες ζωές και όνειρα, που προσπαθούν να επιβιώσουν μέρα με τη μέρα και σχεδιάζουν το μεγάλο κόλπο, που θα τους βγάλει από τη μιζέρια τους.
          Ο Κρις, ένας μικροαπατεώνας πιτσιρικάς, σε επαρχιακή Τεξανή κωμόπολη, βρίσκεται σε πλήρη απόγνωση, όταν συνειδητοποιεί ότι η εθισμένη στις ουσίες μητέρα του ξάφρισε το απόθεμα των, προς πώληση, ναρκωτικών του και καλείται να ξεπληρώσει τα έξι χιλιάδες δολάρια που χρωστάει στους βαρόνους της ηρωίνης, αλλιώς θα βρεθεί νεκρός. Μοναδική και σωτήρια λύση φαντάζει, στο διαβρωμένο μυαλό του, η δολοφονία της μάνας του, προκειμένου να εισπράξει την ασφάλεια ζωής της, ύψους 50.000 δολαρίων. Ένα φονικό πλάνο, που βρίσκει σύμφωνο και τον υπόλοιπο περίγυρο της κατακερματισμένης φαμίλιας του. Για να εκπληρώσει τον σκοπό του, προσλαμβάνει τον killer Joe, έναν διεφθαρμένο μπάτσο που εκτελεί παράλληλα και χρέη εκτελεστή. Δεν έχει όμως την προκαταβολή που ζητά κι έτσι βάζει τη μικρότερη αδερφή του, Ντότι, ως «ενέχυρο»...
          Σαδιστική φάρσα το «KILLER JOE», οδηγεί τους white trash ήρωες σε έναν στρόβιλο ακραίων καταστάσεων, εκμεταλλευόμενη κάθε αδυναμία και κάθε διαστροφή τους. Στενόμυαλες ιδέες, αμορφωσιά και άγνοια σε όλο της το μεγαλείο. Εναλλασσόμενες σκηνές βίας, μαύρου χιούμορ και ανατροπών, μέχρι την τελική κορύφωση.
          Ο Γιάννης Στάνκογλου δημιουργεί μια κλειστοφοβική και δυσοίωνη ατμόσφαιρα, με κινηματογραφικό ρυθμό και υποδόρεια ένταση που κλιμακώνεται σιγά-σιγά, καθώς ανάμεσα στην οικογένεια εξαπολύεται το απόλυτο κακό: ο killer Joe. Εισαγάγει τους χαρακτήρες με τρόπο στιλιζαρισμένο. Από την αρχή γνωρίζουμε το ποιόν τους και το κακορίζικο σχέδιο που καταστρώνουν. Πολύτιμοι αρωγοί του, ο Γιάννης Σακαρίδης με την Ντενίς Νικολάου, στη μετάφραση του έργου και η Έλενα Τριανταφυλλοπούλου στη δραματουργική επεξεργασία του.
          Τα εύσημα στο εντυπωσιακό σκηνικό της Αλεξίας Θεοδωράκη. Ρεαλιστικότατο στην κάθε λεπτομέρεια μιας παρηκμασμένης τροχοβίλας, με τα νερά της βροχής να γλύφουν το παράθυρο της κουζίνας και τις αστραποβροντές να προκαλούν ρίγος στον θεατή. Τα κοστούμια της, δε, ταιριαστά με την ιδιοσυγκρασία των χαρακτήρων.
          Ατμοσφαιρικά τα φώτα, του Γιώργου Καρβέλα, με ιδιαίτερη έμφαση στους μονολόγους της «Ντότι».
          Η μουσική, του Φώτη Σιώτα, «κουμπώνει», ακριβώς, στο έργο και το μοτίβο. Σε ακολουθεί για μέρες μετά.
          Ο «killer Joe», αναμφισβήτητα, είναι κομμένος και ραμμένος για τον Γιάννη Στάνκογλου. Ένας «σκοτεινός ιππότης», σε μια εξίσου σκοτεινή ιστορία. Είναι ο σερίφης με το ευγενικό παρουσιαστικό και την εμμονή στους καλούς τρόπους. Ένα δικέφαλο φίδι που υπηρετεί τον νόμο και την παραβατικότητα ταυτόχρονα. Ένας ατσαλάκωτος νάρκισσος που η παρουσία του θα είναι καταλυτική για όλη την οικογένεια με καταστροφικές συνέπειες.
          Ο Κώστας Νικούλι, δυνατός, καίριος, εξελισσόμενος, αποδεικνύει ευθύβολα το εύρος των ψυχολογικών διακυμάνσεων του νεαρού «Κρις». Διαλύονται και εξανεμίζονται τα ψήγματα τρυφερότητας και ευγενών προθέσεων, απέναντι στην αδελφή του και στην ιδανική ζωή που θα ήθελε να ζήσει, μπροστά στην καταιγίδα του προδιαγεγραμμένου πεπρωμένου του.
          Η Ναταλία Σουίφτ σκιαγραφεί την εύθραυστη και αθώα, μα μολυσμένη προ πολλού από το μικρόβιο του αμοραλισμού, «Ντότι», με ευαισθησία και συγκίνηση.
          Η παρουσία του Κωνσταντίνου Σειραδάκη, στον ρόλο του αποστασιοποιημένου πάτερ φαμίλια, είναι άχρωμη και αδύναμη, σχεδόν γέρνει στην καρικατούρα.
          Η Δήμητρα Λημνιού ενδύεται τον ρόλο της αδίστακτης μητριάς, «Σάρλα», πειστικά, έχοντας ως φονικό όπλο το χυμώδες κορμί της. Μόνο, που δε γνωρίζει, ότι «το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται», πάντα…
          Ρωσική ρουλέτα, λοιπόν, τα 50.000 δολάρια, σε μια ζωηρή αλληγορία για τη διαβρωτική δράση της βίας και ένα φινάλε αφιερωμένο σε όλες τις κακοποιημένες γυναίκες.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.